Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2018

Βυζάντιο: πως η γεωγραφία καθορίζει τη μοίρα των αυτοκρατοριών



Κάθε πολιτισμός διαμορφώνεται από τον χώρο στον οποίο βρίσκεται.  Πολύ διαφορετικά εξελίσσεται ο χαρακτήρας λαών που αναπτύσσονται σε βουνά ή πεδιάδες, με ή χωρίς πρόσβαση σε θάλασσα, σε τόπους ξερούς και άγονους ή ευλογημένους με φυσικούς πόρους και άφθονο νερό.  Η Βυζαντινή αυτοκρατορία λοιπόν πρέπει να εξεταστεί πριν απ’ όλα, στη γεωγραφική της τοποθεσία.

Το μεσαιωνικό Ρωμαϊκό κράτος γεννήθηκε και πορεύθηκε μέσα στο χώρο της αλεξανδρινής και ελληνιστικής Ανατολής, την οποία αργότερα κατέκτησε η Ρώμη.  Ήταν μία γεωγραφική ενότητα όπου κυριαρχούσε η ελληνική γλώσσα, γεννήθηκε ο χριστιανισμός και αναπτύσσονταν μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Αντιόχεια και η Αλεξάνδρεια.

Ο ιστορικός βυζαντινός χώρος χωρίζεται στα εξής βασικά τμήματα: τη Μικρά Ασία, η οποία αποδείχθηκε η πιο πολύτιμη επαρχία της αυτοκρατορίας, τη χερσόνησο του Αίμου, δηλαδή τα Βαλκάνια, την Ιταλία, την περιοχή του Καυκάσου και τις μεσογειακές περιφέρειες της Μέσης Ανατολής μαζί με την Αίγυπτο.  Από θαλάσσιας πλευράς το Βυζάντιο απλωνόταν στο χώρο του Ευξείνου Πόντου και της Ανατολικής Μεσογείου, ενώ κατά καιρούς επέκτεινε την επιρροή του και δυτικότερα.

Το σημείο όπου βρίσκονταν τα βυζαντινά σύνορα και ο βαθμός στον οποίο η Κωνσταντινούπολη έλεγχε τις θάλασσες όριζαν τους χώρους όπου μπορούσε να προβάλει την ισχύ της και τις γραμμές όπου έπρεπε να στήσει την άμυνα της.  Αλλά ας τα πάρουμε ένα-ένα.


Η Μικρά Ασία ήδη από τη μακρινή αρχαιότητα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του ελληνικού πολιτισμού όταν αυτός εξαπλώθηκε και στις δύο ακτές του Αιγαίου.  Διαδοχικοί αποικισμοί δημιούργησαν εκατοντάδες ελληνικές πόλεις σε όλες τις ακτές της Μικράς Ασίας.  Οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου έφεραν την ελληνική κυριαρχία στα βάθη της, και την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο εκτυλίχθηκε ένας βαθύς εξελληνισμός.  Με την εμφάνιση του χριστιανισμού η Εκκλησία βρήκε στην περιοχή εύφορο έδαφος να εξαπλωθεί, με σημαντικά κέντρα στην Έφεσο, τη Σμύρνη και άλλες πόλεις.  Οι ελληνομαθείς Καππαδόκες πατέρες ανέπτυξαν το ορθόδοξο δόγμα στα ταραγμένα χρόνια του 4ου και 5ου αιώνα.

Η μικρασιατική χερσόνησος χωριζόταν σε δύο τμήματα.  Πρώτον, η δυτική και παραλιακή ζώνη αποτελούσε το χώρο της παλαιότερης ελληνικής παρουσίας και χαρακτηριζόταν από αστική οικονομία, με έμφαση στο εμπόριο και τη ναυτιλία.  Η δεύτερη ζώνη, του εσωτερικού, ήταν αγροτική και με πολύ μικρότερες ελληνικές επιρροές.  Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην ανατολική Μικρά Ασία και στα παράλια της, ως αντιπαράθεση υπαίθρου και πόλεων ή Ασιατών και Ελλήνων έπαιξε μεγάλο ρόλο στην ιστορία της αυτοκρατορίας, ειδικά την εποχή της Εικονομαχίας.  Η στρατηγική σημασία των κεντρικών υψιπέδων ήταν πολύ μεγάλη και αυτό φάνηκε οδυνηρά από τον 11ο αιώνα, όταν στην περιοχή εγκαταστάθηκαν Τούρκοι:  οι Βυζαντινοί κράτησαν τα παράλια αλλά δεν μπόρεσαν να διώξουν τον εχθρό από το κέντρο, με αποτέλεσμα σιγά-σιγά να φθαρεί η δύναμη τους.

Η Βυζαντινή αυτοκρατορία και τα θέματα της στις αρχές του 10ου αιώνος.

Η ανατολική Μικρά Ασία τελείωνε στη μεγάλη Οροσειρά του Ταύρου.  Αυτά τα ψηλά και άγονα βουνά ήταν για αιώνες το σύνορο του Βυζαντίου με το μουσουλμανικό Χαλιφάτο-εκεί έδρασαν οι θρυλικοί Ακρίτες, οι αγρότες πολεμιστές που προστάτευαν την αυτοκρατορία από τους εισβολείς.  Όσο αυτή η γραμμή άμυνας κρατούσε, η βυζαντινή Μικρά Ασία μπορούσε να αναπτυχθεί και να στηρίξει την αυτοκρατορία, με την ισχυρή της οικονομία και το μεγάλο ανθρώπινο δυναμικό της.  Από τις άκρες της Μικρασίας οι Βυζαντινοί έκαναν αντεπιθέσεις και ασκούσαν επιρροή προς τη Συρία, τη Μεσοποταμία και τον Καύκασο.

Η χερσόνησος του Αίμου από την άλλη ξεκίνησε ως το πιο ταπεινό και περιφρονημένο διαμέρισμα της αυτοκρατορίας.  Επί Ιουστινιανού η περιοχή κατέβαλε μόλις το 10% της συνολικής φορολογίας, αφού η οικονομία της ήταν πολύ κατώτερη από της Ασίας.  Σημαντικότερο τμήμα των βυζαντινών Βαλκανίων ήταν ο άξονας Μακεδονίας Θράκης, με κέντρα τη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη αντίστοιχα.  Η Θεσσαλονίκη ήταν η «συμβασιλεύουσα» του Βυζαντίου, όπως σήμερα είναι η «συμπρωτεύουσα» της Ελλάδας.  Θαλάσσιοι δρόμοι από το Αιγαίο και χερσαίες οδοί όπως η Εγνατία την έκαναν σημαντικό οικονομικό, διοικητικό και στρατιωτικό σταθμό.  Η νότια Ελλάδα, τα Κατωτικά όπως τα ονόμαζαν, είχε πολύ μικρότερη σημασία και ήταν σχετικά παραμελημένη, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπήρχαν και εκεί σημαντικές πόλεις όπως η Πάτρα, η Λάρισα και η Κόρινθος.

Την πρωτοβυζαντινή εποχή βυζαντινό σύνορο των Βαλκανίων ήταν ο ποταμός Δούναβης.  Με τις μεταναστεύσεις όμως των Σλάβων και των Βουλγάρων τον 6ο και 7ο αιώνα η αυτοκρατορική εξουσία κατέρρευσε σε όλη σχεδόν τη χερσόνησο.  Οι Σλάβοι πλημμύρισαν τα Βαλκάνια μέχρι την Πελοπόννησο, αφήνοντας στους Βυζαντινούς μόνο τα παράλια και κάποιες οχυρές θέσεις.  Χρειάστηκαν επίμονοι αγώνες για να απωθηθούν οι εισβολείς και να αποκατασταθεί ο βυζαντινός έλεγχος στην Ελλάδα, και ακόμη πιο άγριοι πόλεμοι για να υποταχθεί η Βουλγαρία, που για αρκετούς αιώνες ήταν από τους μεγαλύτερους ανταγωνιστές της Νέας Ρώμης.  Όσο το Βυζάντιο κρατούσε το σύνορο του Δούναβη ή έστω τις δαλματικές ακτές, μπορούσε να επηρεάζει πολιτικά και οικονομικά την Κεντρική Ευρώπη.  Αδυνατώντας να διώξει οριστικά ή να εξελληνίσει όλους τους Σλάβους, η αυτοκρατορία επέλεξε τον εκχριστιανισμό τους, εντάσσοντας τους έτσι μόνιμα στη σφαίρα του πολιτισμού της.  Προς τη δύση η περίμετρος ασφαλείας του Βυζαντίου βρισκόταν στα Επτάνησα και την Ήπειρο, γέφυρα από και προς την Ιταλία.

Το Εξαρχάτο της Ιταλίας μετά την εισβολή των Λομβαρδών (τέλη 6ου αιώνος)

Η Ιταλία υπήρξε για σύντομα μόνο διαστήματα βυζαντινή κτήση, όμως η συμβολική και συναισθηματική της αξίας ήταν τεράστια.  Δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί το γιατί:  στην Ιταλία βρισκόταν η Παλαιά Ρώμη, η κοιτίδα της αυτοκρατορίας.  Η ανάκτηση του Ιουστινιανού επανέφερε όλην την ιταλική χερσόνησο σε ρωμαϊκό έλεγχο, όμως οι λομβαρδικές και μετά οι φραγκικές κατακτήσεις περιόρισαν τη βυζαντινή ζώνη στο νότο, στην Απουλία, την Καλαβρία και τη Σικελία.  Με δύο λόγια η βυζαντινή Ιταλία ταυτιζόταν σχεδόν με τη Μεγάλη Ελλάδα της αρχαιότητας.  Η κατοχή της Ιταλίας επέτρεπε στο Βυζάντιο να επηρεάζει τα ζητήματα του Πάπα στη Ρώμη και να ελέγχει τη νότια-μεσογειακή κάθοδο δυνάμεων όπως οι Φράγκοι και οι Γερμανοί.  Τη βυζαντινή ηγεμονία αναγνώριζαν έμμεσα και άλλες ιταλικές πόλεις βορειότερα, όπως η Βενετία.  Η πόλη αυτή έπαιξε καίριο και εν τέλει καταστροφικό ρόλο στη βυζαντινή ιστορία.

Για να γυρίσουμε λίγο στην Ανατολή.  Μετά τη Μικρά Ασία εκτεινόταν η περιοχή της Υπερκαυκασίας, στο χώρο της σημερινής Γεωργίας, Αρμενίας, Αζερμπαϊτζάν και της νότιας Ρωσίας.  Η Υπερκαυκασία χαρακτηρίζεται από πανύψηλα, κακοτράχαλα βουνά που εμποδίζουν τη γεωργία και κάνουν αδύνατη κάθε απόπειρα ενωτικής διακυβέρνησης.  Η στρατηγική της σημασία όμως ήταν τεράστια: αν το Βυζάντιο υπερείχε στην Υπερκαυκασία, τότε μπορούσε από εκεί να ελέγχει τα περάσματα προς την Κεντρική Ασία και το δρόμο του μεταξιού, ενώ μπορούσε να επιτίθεται απευθείας στην Περσία και τη Μεσοποταμία, βασικές επαρχίες της Σασσανιδικής αυτοκρατορίας και του αραβικού Χαλιφάτου αργότερα.  Αν οι Πέρσες ή οι Άραβες επικρατούσαν στην περιοχή μπορούσαν να επιτεθούν στη βόρεια Μικρά Ασία ή, ακόμη χειρότερα, να βγουν στον Εύξεινο Πόντο και να φτιάξουν στόλο.

Η Μέση Ανατολή πριν την άνοδο του Ισλάμ. Το Βυζάντιο και η Περσία ανταγωνίζονταν για την εξασφάλιση συμμάχων και υποτελών, καθώς και για τον έλεγχο εμπορικών οδών.


Η Μέση Ανατολή και η ειδικά η περιοχή που ονομάστηκε Εύφορη Ημισέληνος, δηλαδή η Μεσοποταμία, η μεσογειακή της ακτή και η Αίγυπτος, ήταν από την αρχαιότητα οι πλουσιότερες περιοχές του Παλαιού Κόσμου και οι πολυτιμότερες επαρχίες του Αλεξάνδρου, της Ρώμης και του Βυζαντίου.  Η Αίγυπτος μόνη της παρείχε το ένα τρίτο των συνολικών φόρων και τεράστια αποθέματα σιταριού για την Κωνσταντινούπολη.  Δυστυχώς για την αυτοκρατορία και οι άλλες δυνάμεις συμφωνούσαν στο πόσο πολύτιμες ήταν αυτές οι περιοχές και έκαναν ότι μπορούσαν για να τις αφαιρέσουν.  Αυτό το κατόρθωσαν τελικά οι Άραβες τον 7ο αιώνα.  Με εξαίρεση την ανάκτηση της Συρίας το 10ο αιώνα, το Βυζάντιο δεν μπόρεσε ποτέ να επιστρέψει στη Μέση Ανατολή, με αποτέλεσμα να μην ξαναφθάσει ποτέ τα παλαιότερα επίπεδα ισχύος και πλούτου του.  Για τα διαστήματα που έλεγχε τη Συρία το Βυζάντιο μπορούσε να απειλεί το σύνολο των δυτικών επαρχιών του Χαλιφάτου και να κάνει επιδρομές μέχρι την Ιερουσαλήμ και τη Βαγδάτη.  Όταν από την άλλη κυριαρχούσε στην Αίγυπτο, η Κωνσταντινούπολη λειτουργούσε ως αφρικανική δύναμη, έχοντας συμμαχίες με δυνάμεις του σημερινού Σουδάν και της Αιθιοπίας.  Αυτό του έδινε τον έλεγχο της Ερυθράς θάλασσας και έτσι σημαντική επιρροή στην προϊσλαμική Αραβία και ανοικτούς εμπορικούς δρόμους για τον Ινδικό ωκεανό.  Τον 6ο αιώνα οι Βυζαντινοί έμποροι έφθαναν μέχρι την Ινδία και τη Σρι Λάνκα.

Και περνάμε τώρα στη θάλασσα.  Στο βορρά της Κωνσταντινούπολης και της Μικράς Ασίας απλωνόταν (βασικά ακόμη απλώνεται, τώρα που το σκέφτομαι) ο Εύξεινος Πόντος.  Η κλειστή αυτή θάλασσα συντηρούσε την επαφή του Βυζαντίου με τη ρωσο-ουκρανική στέπα και τον Καύκασο, όπου κατοικούσαν νομαδικές φυλές.  Στην κορυφή της, όπου βρίσκεται η σημερινή χερσόνησος της Κριμαίας, Ταυρική για εκείνην την εποχή, οι Βυζαντινοί κρατούσαν τα Κλίματα, τη νότια ακτή της.  Εκεί, το λιμάνι της Χερσώνας ήταν από τις πιο πολύτιμες κτήσεις της αυτοκρατορίας.  Μέσω της Χερσώνας το Βυζάντιο ασκούσε επιρροή σε όλη τη βορειοανατολική Ευρώπη.  Για τον έλεγχο της πορείας των Ασιατών νομάδων προς το Δούναβη ή τη Θράκη, το Βυζάντιο χρησιμοποιούσε όλη του τη διπλωματική τέχνη.  Ειδικά ο εκχριστιανισμός αποδείχθηκε πολύ αποτελεσματικός:  με βάση τα βόρεια προγεφυρώματα της, η αυτοκρατορία ευαγγέλισε τους Ρώσους, σε μία από τις σημαντικότερες πολιτισμικές αλλαγές της παγκόσμιας ιστορίας.

Η Μεσόγειος θάλασσα από την άλλη ήταν ο θαλάσσιος πυρήνας του Βυζαντίου, αγκαλιάζοντας το μεγαλύτερο μέρος των ακτών του.  Από τους Ρωμαίους η μεσαιωνική αυτοκρατορία κληρονόμησε έναν ενιαίο μεσογειακό κόσμο, μια «ρωμαϊκή λίμνη» όπου το σύνολο των ακτών βρισκόταν υπό τον έλεγχο της.  Με την πτώση της Δυτικής Ρώμης τον 5ο αιώνα η ενότητα αυτή περιορίστηκε στην ανατολή.  Ο Ιουστινιανός με τους πολέμους της ανάκτησης αναστήλωσε προσωρινά τη ρωμαϊκή κυριαρχία στη δυτική Μεσόγειο.  Η αραβική κατάκτηση όμως, 150 χρόνια αργότερα, διέλυσε οριστικά τον ελληνορωμαϊκό και χριστιανικό χώρο της Μεσογείου.  Τους επόμενους αιώνες το Βυζάντιο αγωνίστηκε σκληρά για τη ναυτική κυριαρχία ενάντια στους περιβόητους Σαρακηνούς πειρατές.  Πλέον, η νησιωτική αλυσίδα Σικελία, Κρήτη, Ρόδος και Κύπρος ήταν η αυτοκρατορική γραμμή άμυνας.  Όταν χανόταν και τα νησιά αυτά γίνονταν φωλιές πειρατών, όλες οι ακτές υπέφεραν και οι ναυτικές επικοινωνίες σταματούσαν.  Μόνο αφού τον 10ο αιώνα οι Βυζαντινοί πήραν πίσω αυτές τις βάσεις, το εμπόριο άνθισε, επικράτησε ασφάλεια στο Αιγαίο και η αυτοκρατορία ξαναέγινε μεσογειακή δύναμη.  Το Βυζάντιο, παρά τη χερσαία μάζα του, όφειλε την ισχύ του στη θαλάσσια δύναμη και το ναυτικό του, πολεμικό και εμπορικό.  Η παραμέληση του στόλου μετά τον 11ο αιώνα και πιο μετά η εξάρτηση της αυτοκρατορίας από το ναυτικό των ιταλικών πόλεων ήταν από τα πιο μεγάλα λάθη που οδήγησαν στην παρακμή και την πτώση

Το Βυζάντιο την εποχή της πτώσεως της ρωμαϊκής Δύσεως.  Διακρίνεται καθαρά η στρατηγική του θέση στο σταυροδρόμι Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής.

Επιστρέφοντας από τις επί μέρους περιοχές και ξανακοιτώντας τη μεγάλη εικόνα, βλέπουμε πως το Βυζάντιο είχε πόδι σε τρεις ηπείρους, Ευρώπη-Ασία και Αφρική, και μάλιστα στα στρατηγικά σημεία συνάντησης τους.  Αυτό, μαζί με τον πλούτο επαρχιών όπως η Αίγυπτος και η Μικρά Ασία, τραβούσε κατακτητές και επιδρομείς από κάθε κατεύθυνση.  Από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, νομάδες επιδρομείς και μεγάλες αυτοκρατορίες πίεσαν το Βυζάντιο για να του αποσπάσουν εδάφη ή να το καταπιούν ολόκληρο.  Η πολύτιμη αλλά και ευαίσθητη γεωγραφία του Βυζαντίου το προίκισε με πολλά πλεονεκτήματα, αλλά και το καταδίκασε σε μία χιλιετία αδιάκοπης άμυνας.  Ανάμεσα στη λατινική Δυτική Ευρώπη και τη μουσουλμανική Ανατολή, η αυτοκρατορία πέρασε το Μεσαίωνα επικοινωνώντας και πολεμώντας και με τις δύο, χτίζοντας παράλληλα το δικό της πολιτισμό, που ζει μέχρι σήμερα, από την Αίγυπτο και τη Σερβία μέχρι το Καζακστάν και τις ακτές της Αλάσκα.


ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Πόσο ελληνική ήταν η βυζαντινή Μικρά Ασία; Εθνογραφική ανάλυση

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος* Η Μικρά Ασία είναι χώρος με κολοσσιαίο βάρος για τον ιστορικό Ελληνισμό και κυριαρχεί στο φαντασια...