Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018

Το υπόβαθρο των Σταυροφοριών και ο ρόλος του Βυζαντίου



Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος*

Η μεσαιωνική αντίληψη για τον κόσμο ήταν βαθύτατα εμποτισμένη στη χριστιανική θεολογία, παράδοση και γεωγραφία.  Με αυτή τη βάση, κέντρο του σύμπαντος ήταν αδιαμφισβήτητα η αγία πόλη της Ιερουσαλήμ.  Παρ’ ότι στέγαζε το ταπεινότερο από τα αρχαία πατριαρχεία, η πόλη είχε ανεξίτηλα σημαδευτεί από το βίο και την πολιτεία του Ιησού Χριστού.  Το προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ, υπόθεση πολυδάπανη και επικίνδυνη, θεωρείτο κορυφαία πράξη ευσεβείας.  Επί αιώνες οι Άραβες κυρίαρχοι της πόλεως έδειχναν σχετική ανοχή στους προσκυνητές, παρ’ όλα αυτά ο Πανάγιος Τάφος κατεστράφη τρεις φορές (936, 969, 1009).  Όσο η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν ισχυρή και οι στρατιές της έφθαναν μέχρι την Παλαιστίνη (όπως συνέβη δις την εποχή της Μακεδονικής δυναστείας), εκείνη ήταν ο εγγυητής των Αγίων Τόπων και των πολυπληθών χριστιανικών κοινοτήτων της ανατολής.


Η εισβολή των Σελτζούκων Τούρκων στη Μέση Ανατολή άλλαξε άρδην τα δεδομένα.  Η ασφαλής μετάβαση των προσκυνητών διακόπηκε και παρατηρήθηκαν πολλά περιστατικά βίας εις βάρος των.  Αυτό μαζί με τις μαρτυρίες για τις μεγάλες σφαγές στα βυζαντινά εδάφη προκάλεσαν οργή και συγκίνηση στην Ευρώπη.  Την περίοδο εκείνη ο δυτικός κόσμος είχε καταφέρει μία σειρά πληγμάτων κατά των μουσουλμάνων στην Ισπανία και την Ιταλία, σημάδια της πολιτικοστρατιωτικής του ανόδου.  Στην ύπαιθρο μοναχοί και ασκητές γυρνούσαν τα χωριά διεκτραγωδώντας τις συμφορές των προσκυνητών, καλώντας τους πιστούς σε συστράτευση.  Όλα αυτά δημιούργησαν ένα κλίμα πολεμικού και πνευματικού αναβρασμού.

Οι Βυζαντινοί επανειλημμένως απηύθυναν εκκλήσεις στην παποσύνη για βοήθεια.  Το 1074 ο Μιχαήλ Ζ’ έγραψε στον πάπα Γρηγόριο για την καταστροφή από την τουρκική εισβολή, με το δραστήριο ποντίφικα να αναλαμβάνει πρωτοβουλία για τη συγκέντρωση 50.000 ιπποτών, τους οποίους ο ίδιος αυτοπροσώπως θα οδηγούσε στη Μικρά Ασία.  Το επόμενο έτος ξέσπασε η Έριδα της Περιβολής, διαλύοντας κάθε προοπτική πραγματοποίησης της.  Η ιδέα όμως μίας εκστρατείας για την αρωγή των Βυζαντινών δεν έφυγε από τα σχέδια της Αγίας Έδρας.  Αυτό φάνηκε έντονα όταν στο θρόνο του Αγίου Πέτρου ανήλθε ο Ουρβανός Β’ (1088-1099).  Η θητεία του ξεκίνησε με τον ίδιο εξόριστο και έναν αντίπαπα εγκατεστημένο στη Ρώμη από γερμανικά στρατεύματα.  Παρ’ όλα αυτά ο Ουρβανός εξαρχής επιδίωξε εξομάλυνση των σχέσεων με τον Αλέξιο Κομνηνό και το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.  Ο αυτοκράτορας βρισκόταν σε διαρκή επικοινωνία με τον πάπα και δυτικούς άρχοντες όπως ο Ροβέρτος της Φλάνδρας, εκθέτοντας τους τη δεινή κατάσταση στην Ανατολή.  Το Μάρτιο του 1095 Βυζαντινοί απεσταλμένοι παρουσιάστηκαν στη σύνοδο της Πλακεντίας και επανέλαβαν το αίτημα για βοήθεια.  Πλέον οι συνθήκες είχαν ωριμάσει και ο Ουρβανός έθεσε σε εφαρμογή ένα φιλόδοξο εγχείρημα. 

Το φθινόπωρο του 1095 ο πάπας ξεκίνησε μία περιοδεία στη Γαλλία, οδεύοντας προς τη μεγάλη σύνοδο του Κλερμόντ-Φεράν.  Η σύνοδος είχε συγκληθεί για να αφορίσει το βασιλιά Φίλιππο Α’ της Γαλλίας για μοιχεία, όμως ο Ουρβανός στις ομιλίες του έδινε έμφαση στα δεινά των χριστιανών της ανατολής και προσκαλούσε όλους τους φεουδάρχες και ιππότες να παρακολουθήσουν τη σύνοδο.  Στις 27 Νοεμβρίου, έξω από τον καθεδρικό της πόλεως, ο πάπας μίλησε στο συγκεντρωμένο πλήθος:

«…τα αδέρφια σας που ζουν στην ανατολή βρίσκονται σε επείγουσα ανάγκη της βοήθεια σας και πρέπει να βιαστείτε να τους δώσετε τη βοήθεια που συχνά τους είχε υποσχεθεί.  Γιατί, όπως οι περισσότεροι από εσάς έχετε ακούσει, οι Τούρκοι και οι Άραβες τους επιτέθηκαν και έχουν κατακτήσει την επικράτεια της Ρωμανίας δυτικά ως την ακτή της Μεσογείου και του Ελλησπόντου… Έχουν σκοτώσει και αιχμαλωτίσει πολλούς και έχουν καταστρέψει τις εκκλησίες και ρημάξει την αυτοκρατορία.  Αν τους επιτρέψετε να συνεχίσουν, οι πιστοί του Θεού θα δεχθούν ακόμη περισσότερες επιθέσεις από αυτούς.  Λαμβάνοντας αυτό υπ’ όψιν εγώ, ή μάλλον ο Κύριος, σας στέλνω σαν κήρυκες του Χριστού να το κοινοποιήσετε παντού και να πείσετε όλους τους ανθρώπους κάθε τάξεως… να φέρουν βοήθεια γρήγορα στους χριστιανούς αυτούς και να καταστρέψουν αυτήν την άθλια φυλή από τη γη των φίλων μας … ο Χριστός το προστάζει.»

(Για περισσότερα:  Πολιτική Θεολογία του Ρωμαιοκαθολικού Μεσαίωνα και Μεσαιωνική Θεολογία του Πολέμου)

Από τις δηλώσεις αυτές φαίνεται πως παρά το Σχίσμα η θεμελιώδης αίσθηση ενότητος των δύο χριστιανικών κόσμων παρέμενε, και πως παρ’ όλες τις προκαταλήψεις μεταξύ «Ελλήνων» και «Φράγκων» οι δοκιμασίες των πρώτων συγκινούσαν τους δευτέρους.  Ο Ουρβανός διαβεβαίωσε πως όποιος αναλάβει να ταξιδέψει και να πολεμήσει για την Ιερουσαλήμ θα εκπληρώσει επιτίμιο για κάθε αμαρτία.  Ο πόλεμος δεν θα ήταν αρπακτικός και αμαρτωλός αλλά αμυντικός και ιερός, μία πράξη αγάπης της Στρατευμένης Εκκλησίας για τον Νυμφίο της και τους πιστούς του.

Οι παρευρισκόμενοι αντέδρασαν με ενθουσιασμό:  η ιαχή «Deus Vult», το θέλει ο Θεός, πλημμύρισε τον αέρα.
*φοιτητής διεθνών, ευρωπαϊκών και περιφερειακών σπουδών (mnovakopoulos.blogspot.gr)

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Πόσο ελληνική ήταν η βυζαντινή Μικρά Ασία; Εθνογραφική ανάλυση

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος* Η Μικρά Ασία είναι χώρος με κολοσσιαίο βάρος για τον ιστορικό Ελληνισμό και κυριαρχεί στο φαντασια...