Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Ξένοι και μειονότητες στο Βυζάντιο


ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:  Νέα Πολιτική 16-9-2015

Η Βυζαντινή αυτοκρατορία υπήρξε, σχεδόν καθ” όλην τη διάρκεια της ιστορίας της, κράτος με εξαιρετική ποικιλία εθνοτήτων, λαών και γλωσσών. Σε μία εποχή που δεν είχε ακόμη δημιουργηθεί η έννοια του έθνους κράτους, ούτε τα θεωρητικά ρεύματα που τη γέννησαν (γαλλικός πολιτειακός εθνικισμός, γερμανικός ρομαντικός εθνικισμός), οι ταυτότητες των ανθρώπων ήταν πολύ πιο ρευστές από ό,τι σήμερα. Έτσι, εξίσου ρευστή και θολή ήταν η διαχωριστική γραμμή μεταξύ εντοπίου και ξένου, Ρωμαίου και βαρβάρου. Σε έναν καιρό χωρίς οργανωμένη ανθρωπολογική και εθνογραφική επιστήμη, χωρίς σαφώς διαχωρισμένα σύνορα και με τις πληθυσμιακές μετακινήσεις τόσο των εσωτερικών πληθυσμών όσο και εξωτερικών μεταναστών διαρκείς, το τότε περιβάλλον διέφερε σημαντικά από το τρέχον. Εδώ θα αναφερθούμε στα δεδομένα προ της αλώσεως του 1204, διότι μετά από αυτήν απωλέσθη κατά το μείζον η πολυεθνικότητα του Βυζαντίου και έχουμε τα πρώτα σημάδια ενός πρωίμου “ρωμαϊκού εθνικισμού” με έμφαση στους εθνικά Έλληνες και όχι στην παλαιά οικουμενικότητα.

Όπως έχει αναφερθεί και σε άλλα άρθρα, τα τρία βασικά συστατικά στοιχεία της μεσαιωνικής ρωμαϊκότητας ήταν το αυτοκρατορικό σύστημα (μαζί με το ρωμαϊκό δίκαιο και τους διοικητικούς θεσμούς), η Ορθοδοξία και η ελληνική γλώσσα και πολιτισμός. Έτσι λοιπόν, η ιδανική σύνθεση του τέλειου Ρωμαίου ήταν η αδιαπραγμάτευτη υποταγή και αφοσίωση στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης, η ομολογία της Ορθόδοξης πίστης και η γνώση της ελληνικής γλώσσας, έστω και εάν δεν ήταν μητρική του. Το τρίπτυχο αυτό δεν ήταν καθολικό. Οι περισσότεροι Αρμένιοι παρέμειναν πεισματικά αντιχαλκηδόνιοι, αυτό όμως δεν επηρέασε (παρά πολύ αργότερα, όταν είχε αρχίσει η αποσύνθεση) την πίστη τους στο κράτος, το οποίο υπηρετούσαν με γενναιότητα ως στρατιώτες και ακρίτες. Επίσης, ένα μεγάλο μέρος του λαού, ιδίως αγροτικοί πληθυσμοί σε μεθοριακές ή απομονωμένες περιοχές, δεν είχε καλή γνώση της ελληνικής και δε μετείχε του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού και της συνημμένης μόρφωσης. Γενικά διακρίσεις μεταξύ των εσωτερικών εθνοτήτων δεν υπήρχαν, και με τη βασιλική πορφύρα περιβλήθηκαν Ρωμαίοι ελληνογενείς, Αρμένιοι, Σύριοι, Φρύγες κτλ. Στα μέσα και ανώτερα στρώματα όμως η κακή ή μη γνώση της ελληνικής χλευαζόταν ασυστόλως.

Όπως σε όλο τον Μεσαιωνικό κόσμο, έτσι και εδώ η θρησκεία είχε κομβικό ρόλο στη συνείδηση και τη διάκριση ημετέρων και αλλότριων. Ο αυτοκράτωρ Νικηφόρος Φωκάς είχε πιθανώς αραβική καταγωγή, πράγμα που δεν τον εμπόδισε να κονιορτοποιήσει πάμπολλες φορές όποια στρατιά του Χαλιφάτου είχε την ατυχία να πέσει εμπρός του, κερδίζοντας την επωνυμία “Ωχρός θάνατος των Σαρακηνών”

Βέβαια όσο λιγότερο αφομοιωμένη ήταν μία φυλή στο θρησκευτικό και πολιτιστικό πλαίσιο της αυτοκρατορίας, τόσο πιο ατίθαση, περιχαρακωμένη και αναξιόπιστη ήταν. Η αυτοκρατορική διοίκηση δραστήρια επεδίωκε να ευαγγελίσει στους αλλογενείς την Ορθοδοξία και να τους ενσωματώσει στο διοικητικό, δικαστικό, στρατιωτικό και κοινωνικό σύστημα του κράτους, κάτι που δια της αλληλεπίδρασης με άλλους Ρωμαίους θα οδηγούσε στην εκμάθηση της ελληνικής.  Επίσης οι αυτοκράτορες προχωρούσαν συχνά σε αναγκαστικούς εποικισμούς, μεταφέροντας π.χ. Σλάβους από τη Μακεδονία στη Μικρά Ασία και Παυλικιανούς από την Αρμενία στη Θράκη. Η διασπορά ομάδων αλλογενών εντός ελληνογενών/εξελληνισμένων πληθυσμών συνέβαλλε στην απέκδυση της πρότερης ταυτότητας, γλώσσας και θρησκείας και στη διαμόρφωση πλήρων Ρωμαίων. Επί Κομνηνών χιλιάδες Πεστενέγκοι και Σελτζούκοι Τούρκοι αιχμάλωτοι εκχριστιανίστηκαν και εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία, όπου αναμίχθηκαν με ελληνογενείς Ρωμαίους. Τα τέκνα τους, “Τουρκόπουλοι” και “μιξοβάρβαροι”, ζουν ανάμεσα μας μαζί με τους “Βαραγγόπουλους”, γόνους μικτών γάμων ελληνογενών γυναικών με Σκανδιναβούς μισθοφόρους.

Η διαχείριση πληθυσμών δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Συχνά οι επηλύδες που εγκαθίσταντο στα σύνορα ανεκήρυτταν δικά τους κράτη, επαναστατούσαν και συνέπρατταν με εχθρούς. Τρομερό κίνδυνο αποτέλεσαν τον 4ο-5ο αιώνα οι γερμανικές φυλές. Και η δυτική και η ανατολική αυτοκρατορία τους επέτρεψαν να εγκατασταθούν σε ρωμαϊκά εδάφη για να σωθούν από την επέλαση των Ούνων. Πολλοί Ρωμαίοι αισιοδοξούσαν επικαλούμενοι τα πρώτα δείγματα φιλειρηνικής ενσωμάτωσης των Γερμανών, ενώ είδαν να πραγματώνεται μία αληθινή χριστιανική κοινοπολιτεία όπου όλοι οι άνθρωποι θα ζούσαν αρμονικά. Η εξέλιξη όμως ήταν ζοφερή. Οι δημογραφικά ασθενείς ρωμαϊκοί και εκρωμαϊσμένοι πληθυσμοί εκτοπίστηκαν και οι νέοι μετανάστες κυριάρχησαν σε εκτεταμένα εδάφη, ενώ διάβρωσαν και τη γραφειοκρατία και το στράτευμα. Η μετανάστευση τους ήταν πολύ γρήγορη και πολύ μαζική, χωρίς να υπάρχει ούτε χρόνος ούτε σχεδιασμός να αφομοιωθούν ομαλά στη ρωμαϊκή κοινωνία.

Στη δύση, αφαίρεσαν τον έλεγχο από τη ρωμαϊκή εξουσία, υπέταξαν τους κατοίκους και τελικά κατέστησαν όμηρο τον αυτοκράτορα, μέχρι που τελικά τον ανέτρεψαν και ισοπέδωσαν τη λατινική οικουμένη. Στην ανατολή η διοίκηση κατάφερε να στρέψει πολλές ομάδες προς δυσμάς, παρ” όλα αυτά όμως η γερμανική διείσδυση στις ένοπλες δυνάμεις και η ανεξέλεγκτη δημογραφική αλλοίωση απειλούσαν την αυτοκρατορία με αφανισμό. Οι ανατολικές κοινωνίες όμως ήταν πιο ακμαίες και ενεργές. Υπό την καθοδήγηση της Εκκλησίας ο λαός ξεσηκώθηκε και κατέσφαξε ή κατεδίωξε τους Γερμανούς, και τελικά η αφυπνισμένη εξουσία της Κωνσταντινούπολης τους διέλυσε. Τα ολίγα υπολλείμματα τους αφομοιώθηκαν συν τω χρόνω (Γοτθογραικοί).

Ανάλογη κρίση ξέσπασε τον 6-7ο αιώνα με την αρχικά ειρηνική μετακίνηση μαζών Σλάβων από το Βορρά στη χερσόνησο του Αίμου. Με μεγάλο μέρος της υπαίθρου έρημο λόγω των σφαγών των Αβάρων, οι Σλάβοι εγκαταστάθηκαν ανεμπόδιστα αρχικά σε απρόσιτα βουνά και ύστερα σε πεδιάδες, στη σημερινή Σερβία και Βουλγαρία, αλλά και σημαντικά τμήματα της Μακεδονίας και της Νοτίου Ελλάδος ως την Πελοπόννησο. Τα βόρεια Βαλκάνια, παρ” ότι κατά καιρούς ανακτήθηκαν, θα παρέμεναν σλαβικά. Στην Ελλάδα μία μακροχρόνια πολιτική που περιελάμβανε εκχριστιανισμούς, εποικισμούς Μικρασιατών Ρωμαίων, βίαιες απομακρύνσεις Σλάβων και εκστρατείες καταστολής επαναστάσεων, ανέστρεψε την κατάστασης και ο ελληνισμός επιβίωσε στην κοιτίδα του.

Γενικά, το Βυζάντιο ήταν ένα κράτος χωρίς τις νεωτερικές αντιλήψεις περί φυλής και έθνους.  Η ρωμαϊκή όμως οικουμένη δεν ήταν ανοικτή σε όλους.  Η Κωνσταντινούπολη διαχειριζόταν τα δημογραφικά ζητήματα μεθοδικά και εφάρμοζε πολιτικές αφομοίωσης με τελικό στόχο την αποβολή κάθε δεσμού με την πρότερη ταυτότητα και την οργανική ενσωμάτωση στην ελληνογενή/έλληνόφωνη μάζα που συνιστούσε και τον πυρήνα της αυτοκρατορίας. Όταν η αυτοκρατορία δεν μπόρεσε να διαφυλάξει τα σύνορα εγκαίρως, επέτρεψε μαζικές εισροές ή άνοιξε τις “πύλες” της διοίκησης σε ανθρώπους και ομάδες με πλημμελή ενσωμάτωση, γνώρισε δεινές ήττες, απώλειες εδαφών και ενίοτε απειλήθηκε η ύπαρξη της.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ-ΑΠΟ ΤΗ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ ΣΤΟ ΝΕΟ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Πόσο ελληνική ήταν η βυζαντινή Μικρά Ασία; Εθνογραφική ανάλυση

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος* Η Μικρά Ασία είναι χώρος με κολοσσιαίο βάρος για τον ιστορικό Ελληνισμό και κυριαρχεί στο φαντασια...