Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος*
Η θρησκεία δεν είναι απλά μία πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης, σκέψης και πολιτισμού. Είναι ένα ευρύ πεδίο, ένας μακρόκοσμος που περιλαμβάνει κάθε έκφανση της ζωής, Ακόμη και όταν δεν είναι εμφανής η θρησκευτική επιρροή επί ενός θέματος ή μίας ιδεολογίας, σχεδόν πάντοτε η φύση τους μπορεί να αναχθεί σε θρησκευτικές αντιλήψεις ή σε συνθήκες που συνδυαμόρφωσε κάποια πίστη.
Και η πλέον κοσμική, ορθολογική θέαση έχει κάποια μακρινή μεταφυσική αφετηρία (γνωστή είναι η πραγματεία του Σμιτ “Πολιτική Θεολογία” όπου υποστηρίζει ότι όλοι οι σύγχρονοι πολιτικοί θεσμοί δεν είναι παρά εκκοσμικευμένοι θρησκευτικοί όροι). Η μελέτης της θρησκείας λοιπόν ως πολιτιστικής δύναμης όχι μόνο συνίσταται, αλλά και επιβάλλεται για την ορθή κατανόηση του παγκοσμίου περιβάλλοντος.
Η θρησκεία δεν είναι απλά μία πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης, σκέψης και πολιτισμού. Είναι ένα ευρύ πεδίο, ένας μακρόκοσμος που περιλαμβάνει κάθε έκφανση της ζωής, Ακόμη και όταν δεν είναι εμφανής η θρησκευτική επιρροή επί ενός θέματος ή μίας ιδεολογίας, σχεδόν πάντοτε η φύση τους μπορεί να αναχθεί σε θρησκευτικές αντιλήψεις ή σε συνθήκες που συνδυαμόρφωσε κάποια πίστη.
Και η πλέον κοσμική, ορθολογική θέαση έχει κάποια μακρινή μεταφυσική αφετηρία (γνωστή είναι η πραγματεία του Σμιτ “Πολιτική Θεολογία” όπου υποστηρίζει ότι όλοι οι σύγχρονοι πολιτικοί θεσμοί δεν είναι παρά εκκοσμικευμένοι θρησκευτικοί όροι). Η μελέτης της θρησκείας λοιπόν ως πολιτιστικής δύναμης όχι μόνο συνίσταται, αλλά και επιβάλλεται για την ορθή κατανόηση του παγκοσμίου περιβάλλοντος.
Στο σύγχρονο δυτικό κόσμο η θρησκευτικότητα βαίνει φθίνουσα. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εάν η πορεία αυτή θα συνεχιστεί ή αν θα ανακοπεί, αλλά ακόμη και εάν λάβει χώρα κάποια εντυπωσιακή αναγέννηση, γεγονός είναι ότι η πίστη και η θρησκειοκεντρική θέαση θα έχουν δευτερεύοντα κοινωνικό ρόλο. Ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος, ακόμη και ο ένθρησκος, βλέπει αυτά που τον περιβάλλουν, είναι κοσμικός. Η φύση και η σύνθεση της ανθρώπινης ύπαρξης, η κοινωνική ηθική, η οικονομική ζωή, οι στόχοι της πολιτικής, όλα περιγράφονται και επεξηγούνται κατά θεωρίες και μεθόδους βασισμένες αποκλειστικά στην ανθρώπινη διανόηση, θέληση και συναίσθημα. Η πορεία της απομάγευσης του κόσμου συνοδεύτηκε από την ανταγωνιστική διάθεση μεταξύ της νεωτερικότητας με την οργανωμένη θρησκεία. Ο νεωτερικός ανθρωπισμός-ανθρωποκεντρισμός θέλησε να ανεξαρτητοποιήσει κάθε πτυχή του δημοσίου βίου και της περί αυτού σκέψης από τη θεολογία και το δόγμα, απέναντι σε μία θρησκεία η οποία κυριαρχούσε επί αιώνες σε κάθε τομέα αδιαμφισβήτητα και αυταρχικά.
Η εκπαραθύρωση της θρησκείας από τον εξουσιαστικό τομέα και το διανοητικό μονοπώλιο μπορεί να εκληφθεί θετικά για την υγεία της, καθώς δεν επρόκειτο για πλήγμα στον πυρήνα της αλλά για ψαλίδισμα της υπερεπέκτασης της. Στην Ευρώπη η διαπλοκή με την εξουσία μείωσε το Χριστιανισμό από άθλημα τελείωσης και ένθεης αγάπης, σε έναν κοσμικό οργανισμό ο οποίος αποστολή είχε την ιδεολογική κάλυψη της dei gratia ηγεμονικής τάξης. Το φαινόμενο της μετατροπής της θρησκείας σε κοσμικό σχήμα και ιδεολογία είναι αλάνθαστη συνταγή αυτοκαταστροφής, διαφθοράς και αποκοπής της από την κοινωνία.
Στη Δύση λοιπόν, έστω και με μικρότερο ρόλο, ο Χριστιανισμός ζει και εξελίσσεται, υπάρχουν δε χώρες (Πολωνία, Μάλτα) και περιοχές (μεσοδυτικές και νότιες πολιτείες των ΗΠΑ) όπου διατηρεί εξαιρετική ισχύ. Όμως η χριστιανική σκέψη απουσιάζει εντελώς από τις προσπάθειες ερμηνείας του κόσμου. Για μεγάλες λαϊκές μάζες η πίστη υποβαθμίζεται σε πατροπαράδοτη συνήθεια, φολκλόρ και τυπολατρεία, συχνά συνοδευόμενη με δεισιδαιμονίες. Το επίπεδο έστω και στοιχειώδους κατήχησης είναι χαμηλό. Ακόμη και οι κατ’ όνομα θρησκευόμενοι αναλώνονται στις αντιλήψεις και τις συνήθειες του συγχρόνου κοσμικού κόσμου και πάσχουν από την ίδια πνευματική ξηρότητα, αποξένωση και υλιστική διάθεση. Η παρακμή της θρησκευτικής σκέψης επί των κοινωνικών σχέσεων (ιδίως μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο) έχει συντελέσει στην κρίση θεμελιωδών δομών όπως η οικογένεια και σε φαινόμενα όπως η υπογεννητικότητα, οι αμβλώσεις, τα διαζύγια, προβλήματα ανατροφής των παιδιών κ.α.
Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση σε όλα αυτά, αντιθέτως επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Παρ’ ότι είναι εκ των πλέον ενθρήσκων χωρών της Ευρώπης, είναι ολοκληρωτικά εκκοσμικευμένη κατά νου και καρδία. Η θρησκευτικότητα των περισσοτέρων εξ ημών είναι κυρίως απόρροια παράδοσης και προγονικού εθισμού, εξαντλείται σε εθιμοτυπική μετοχή σε κάποιες ακολουθίες και περιστοιχίζεται από πάμπολλες εξωχριστιανικές προλήψεις. Η δε οργανωμένη Εκκλησία, ύστερα από 180 χρόνια προτεσταντικού τύπου κρατικοποίησης άγεται και φέρεται από την κοσμική εξουσία, λειτουργεί ως το δεκανίκι διαφόρων καθεστώτων, η διαπλοκή της με το πολιτικό σύστημα την εμποδίζει να ομιλεί ελεύθερα και να δρα αποφασιστικά, ενώ νοοτροπία δημοσίου υπαλλήλου επικρατεί μεταξύ πολλών λειτουργών της.
Για όσους πιστεύουν ότι η θρησκεία, και δη η Ορθοδοξία, προσφέρει όχι μόνο πνευματική παραμυθία ή μέτρο προσωπικής ηθικής, αλλά και φιλοσοφικό πλούτο που αγγίζει κάθε διανοητικό αντικείμενο, η κατάσταση είναι προβληματική. Φυσικά η κατήχηση και η συνεχής εν Χριστώ άθληση είναι ζητήματα της Εκκλησίας και των πιστών της αντίστοιχα. Από τον κόσμο όμως λείπει μία ορθόδοξη ανάγνωση της πραγματικότητας. Η Αγία Γραφή, τα πατερικά κείμενα και η ευρύτερη θεολογική δημιουργία δεν είναι μόνο ψυχωφελή, αλλά και κοινωνικά χρήσιμα, βιώσιμα και διαφωτιστικά. Ας αναλογιστούμε σε πόσα πολλά σύγχρονα ζητήματα η Ορθοδοξία προσφέρει, αν όχι λύσεις, ενδιαφέρουσες αναλύσεις και αρχές που αν μη τι άλλο θα φωτίσουν αθέατες πτυχές του προβλήματος. Οι διαπροσωπικές σχέσεις, η οικολογία, το δίκαιο και το άδικο, η βιοηθική, το νόημα και τα όρια της ελευθερίας, όλα έχουν περιγραφεί, ερμηνευθεί και απαντηθεί σε μεγάλο βαθμό από Πατέρες, Αγίους ή και την ίδια τη Βίβλο.
Είναι καθήκον κοινό των μορφωμένων και φιλογραμμάτων Ορθοδόξων και της Εκκλησίας να δράσουν για να φέρουν ξανά τη θρησκειοκεντρική σκέψη στο προσκήνιο, ισότιμα με την κοσμική διανόηση. Να αναδείχθει ότι η Αγία Γραφή έχει τεράστια αξία για την εκπαίδευση πέραν του θρησκευτικού μαθήματος. Ότι στον οικονομικό λόγο επί της ιδιοκτησίας και του πλούτου έχει θέση ο Μέγας Βασίλειος. Ότι τα έργα του Χρυσοστόμου και του Ναζιανζηνού θα εμπλουτίσουν ευεργετικά την κοινωνιολογία του φύλου και της οικογένειας. Ότι όπως ο Μακκιαβέλι και ο Θουκυδίδης, έτσι και ο Αυγουστίνος και ο Φώτιος έχουν κάτι να προσφέρουν στην πολιτική επιστήμη. Ότι η πολιτική εμπειρία ορθοδόξων κρατών όπως το Βυζάντιο είναι κρίσιμη για τη σύγχρονη κατανόηση της εξέλιξης της πολιτικής θεωρίας, όπως και για το τρέχον περιβάλλον. Η ορθόδοξη σκέψη βέβαια δεν πρέπει να εκπέσει σε ιδεολογία ούτε να έχει αξιώσεις επιβολής, ακόμη και εάν (ιδεατά) επικρατήσει στο σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό. Είναι όμως επιτακτικό να διεκδικήσει μία θέση στον ήλιο.
Δεδομένης της στάσης του πολιτικού συστήματος και του διανοητικού κατεστημένου, η προσπάθεια αυτή πρέπει να προέλθει από τη βάση (bottom-up). Οι επαΐοντες να αναλάβουν τη συγγραφή πραγματειών ανθολογώντας το βιβλικό και πατερικό λόγο ανά θέμα (πολιτική θεολογία, κοινωνιολογία κ.α.), αναλύοντας και ερμηνεύοντας τον βάσει της επιστημονικής μεθοδολογίας του σήμερα και επικαιροποιώντας τον για τις ανάγκες και τις συνθήκες της εποχής. Υπάρχουν ήδη ορισμένες τέτοιες δημοσιεύσεις, αποσπασματικές όμως και χωρίς ένα ενιαίο πλέγμα που να τις συνενώνει ως μία ολοκληρωμένη πρόταση. Τα έργα αυτά, μαζί με απλούστερες, εκλαΐκευμένες εκδόσεις τους, θα είναι το όχημα για να εμποτιστεί με ορθόδοξη σκέψη η κοινωνία, μέσα από κατηχητικά, σεμινάρια, λέσχες ανάγνωστης, ιστοτόπους και βιβλιοπωλεία. Σταδιακά λοιπόν θα γίνουν ακολούθως οι προσπάθειες να εισαχθεί ο ορθοδοξοκεντρικός λόγος στην εκπαίδευση και τον ακαδημαϊκό χώρο.
Ο διαπρεπής βυζαντινολόγος Sir Steven Runciman είχε πει λίγο πριν το θάνατο του ότι η Ορθοδοξία θα είναι η θρησκεία του 21ου αιώνα. Καμία όμως προφητεία δεν είναι αυτοεκπληρούμενη. Διαχρονική ούσα, η Ορθοδοξία είναι και σήμερα απολύτως επίκαιρη. Για την ακρίβεια είναι ριζοσπαστική και επαναστατική, μια ανθρώπινη και βιώσιμη “εναλλακτική” στο αξιακό και διανοητικό κατεστημένο. Απέναντι λοιπόν στο δυτικό πολιτισμό του υλισμού, του σχετικισμού, της μαζοποίησης και του ατομικισμού, η Ορθοδοξία δεν πρέπει να κλειστεί στον εαυτό της, να περιθωριοποιηθεί και να περιμένει να σβήσει. Αντίθετα πρέπει γεμάτη αυτοπεποίθηση και θάρρος να εγερθεί, όχι για να τον απορρίψει ή να τον πολεμήσει, αλλά για να τον αποκαθάρει, να το θεραπεύσει, να τον καθαγιάσει και να τον κάνει καλύτερο. Πιο ευρύ, πιο ζωντανό και πιο πνευματικό.
*φοιτητής διεθνών, ευρωπαϊκών και περιφερειακών σπουδών (mnovakopoulos.blogspot.gr)
ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: ΙΝΣΠΟΛ 20-10-2015