Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Η άνοδος του Αλεξίου Α' Κομνηνού: μια σύντομη ιστορία



Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος*


Μετά το θάνατο του Βασιλείου Β’ Βουλγαροκτόνου το 1025, στο βυζαντινό θρόνο ανέρχεται μία σειρά από ακαταλλήλους κυβερνήτες, χωρίς ενδιαφέρον για τη χρηστή διοίκηση της αυτοκρατορίας.  Επαναπαυόμενοι στην οικονομική ευμάρεια, τη στρατιωτική ισχύ και τη δόξα που κληροδότησαν, οι τελευταίοι αυτοκράτορες και αυτοκράτειρες της Μακεδονικής δυναστείας (όπως και του επομένου οίκου των Δουκών) θα εξαντλήσουν το βασιλικό θησαυροφυλάκιο, θα επιτρέψουν την αποδιοργάνωση του στρατού και την αποξένωση του λαού των επαρχιών.  Όταν από τη δεκαετία του 1050 θα αρχίσουν οι σοβαρές εξωτερικές απειλές, η πρόσοψη της αίγλης θα καταρρεύσει.


Στο βορρά ο βυζαντινός έλεγχος των συνόρων του Δουνάβεως ήταν πλέον επισφαλής.  Οι Ούγγροι εκμεταλλεύονταν την αυτοκρατορική αδυναμία για να κάνουν επιδρομές, ενώ οι σερβικές ηγεμονίες ανεξαρτητοποιήθηκαν.  Ακόμη χειρότερα, η νομαδική φυλή των Πετσενέγκων ατιμώρητη λεηλατούσε τις βαλκανικές επαρχίες, φθάνοντας στα πρόθυρα της Κωνσταντινουπόλεως.  Από τη δύση η ήδη αναφερθείσα επέλαση των Νορμανδών αφαίρεσε από την αυτοκρατορία τις ιταλικές της κτήσεις.  Το 1071 έπεσε το τελευταίο βυζαντινό οχυρό της Ιταλίας, η Βάρη (Μπάρι), ενώ δύο χρόνια αργότερα οι Νορμανδοί κατέλυσαν και το αραβικό Εμιράτο του Πανόρμου (Παλέρμο) στη Σικελία.  Στα ερείπια της Μεγάλης Ελλάδος οικοδομήθηκε το Βασίλειο των Δύο Σικελιών, μία στρατιωτικά πολύ ισχυρή δύναμη που θα αποτελέσει διαρκή απειλή όχι μόνο για το Βυζάντιο, αλλά και για τον πάπα και το Γερμανό αυτοκράτορα, ο οποίος κατείχε εδάφη στη βόρειο Ιταλία.  Από την Ιταλία οι Νορμανδοί θα εξαπολύσουν καταστροφικές επιδρομές κατά του Βυζαντίου, φθάνοντας στο σημείο να ονειρεύονται την κατάληψη της ίδιας της Κωνσταντινουπόλεως και του αυτοκρατορικού της τίτλου.

Οι δραματικότερες όμως εξελίξεις διαδραματίζονταν στη Μικρά Ασία.  Η εμφάνιση των Σελτζούκων Τούρκων είχε αναζωογονήσει το παρηκμασμένο Ισλάμ και μία νέα σειρά επιδρομών ερχόταν να απειλήσει τα ανατολικά σύνορα του Βυζαντίου.  Με το σύστημα των θεματικών στρατών και των ακριτών να έχει ατονήσει λόγω της σταδιακής εκλείψεως των ελευθέρων αγροτών-στρατιωτών η ανατολική Μικρά Ασία βρέθηκε σχεδόν ανυπεράσπιστη.  Το 1057 καταστράφηκε η Μελιτηνή, το 1059 η Σεβάστεια και το 1061 το αρμενικό Άνιο.  Ο αυτοκράτορας Ρωμανός Δ’ Διογένης (1067-1071) προσπάθησε να αποκρούσει τους εισβολείς, όμως στη μάχη του Μαντζικέρτ (1071) ο ανοργάνωτος, μισθοφορικός στρατός του ηττήθηκε από το σουλτάνο Αρπ Αρσλάν, με τον ίδιο να συλλαμβάνεται αιχμάλωτος.  Ο σουλτάνος τον απελευθέρωσε, μόνο όμως για να ανατραπεί και να φυλακισθεί από τους αντιπάλους του.  Επί της βασιλείας του Μιχαήλ Ζ’ Δούκα (1071-1078) σχεδόν ολόκληρο το μέτωπο της Μικράς Ασίας κατέρρευσε.  Μέσα σε ένα χάος εξεγέρσεων, ανταρσιών και εμφυλίων πολέμων οι Βυζαντινοί δε μπόρεσαν να προτάξουν αποτελεσματική άμυνα.  Οι Τούρκοι κατέλαβαν ολόκληρη τη χερσόνησο φθάνοντας ως τις ακτές του Αιγαίου πελάγους.

Πάνω από 60 πόλεις καταστράφηκαν.  Βυζαντινά και αρμενικά χρονικά περιγράφουν εκτεταμένες σφαγές και φρικαλεότητες.  Μεγάλο μέρος των χριστιανικών πληθυσμών εκτοπίστηκε, ενώ πολλοί άλλοι υπέκυψαν στο λιμό και τις ασθένειες.  Η μουσουλμανική προέλαση συνεχίστηκε και επί Νικηφόρου Γ’ Βοτανειάτη (1078-1081), ο οποίος παρ’ ότι πρώην στρατιωτικός έδειξε πλήρη αδιαφορία για τα αμυντικά θέματα.  Τελικά οι Τούρκοι έφθασαν ως τη Χρυσούπολη, απέναντι από τη Βασιλεύουσα.  Με έδρα τη Νίκαια της Βιθυνίας ίδρυσαν το Σουλτανάτο του Ρουμ (της Ρωμανίας).  Από τα παράλια της Ιωνίας άλλοι Σελτζούκοι σχημάτισαν πειρατικούς στόλους και επέδραμαν στα νησιά του Αιγαίου.

Υπό αυτό το καθεστώς της ολοσχερούς διαλύσεως θα εμφανιστεί στο ιστορικό προσκήνιο η δυναστεία των Κομνηνών, της οποίας οι τρεις πρώτοι αυτοκράτορες, βασικά εξεταζόμενα πρόσωπα της εργασίας αυτής, για έναν αιώνα να διασώσουν το Βυζάντιο από την τελική πτώση και να αναστηλώσουν τη δύναμη του για έναν αιώνα.

Η άνοδος του "χρυσού νεανία"

Ο Αλέξιος Κομνηνός ήταν ο δεύτερος γιος ενός αριστοκρατικού γαιοκτητικού οίκου από την Παφλαγονία.  Από εφηβική ηλικία ξεκίνησε στρατιωτική σταδιοδρομία και πολύ γρήγορα ανήλθε σε υψηλά αξιώματα, αποδεικνυόμενος ο μόνος ικανός Βυζαντινός στρατηγός την περίοδο μετά το Μαντζικέρτ.  Με την ανικανότητα του Βοτανειάτου προφανή, οι οικογένειες των Κομνηνών και των Δουκών συνωμότησαν για την ανατροπή του, την οποία και επέτυχαν το 1081.  Ο Νικηφόρος οδηγήθηκε σε μοναστήρι και ο «χρυσούς νεανίας» Αλέξιος στέφθηκε αυτοκράτορας.  Ήταν από τις πλέον κατάλληλες προσωπικότητες για να αναλάβει το στέμμα την περίοδο εκείνη, καθώς εκτός από στρατιωτική ικανότητα χαρακτηριζόταν από μεγάλη διπλωματική ευστροφία και πολιτική οξυδέρκεια.  Από τη στιγμή της ενθρονίσεως του ο Αλέξιος είχε να αντιμετωπίσει πλειάδα προβλημάτων στο εσωτερικό και εξωτερικό του κράτους.

Τα αυτοκρατορικά σύνορα είχαν καταρρεύσει από όλες της μεριές.  Ο Νορμανδός ηγεμόνας Ροβέρτος Γυισκάρδος, έχοντας ήδη ολοκληρώσει την κατάκτηση της νοτίου Ιταλίας, από το 1078 είχε ξεκινήσει επιδρομές στην Κέρκυρα και τις ακτές της Ηπείρου.  Το 1081 μία μεγάλη δύναμη εισβολής αποβιβάστηκε στο Δυρράχιο.  Οι Βυζαντινοί κίνησαν αμέσως να την αποκρούσουν αλλά συνετρίβησαν από τους Νορμανδούς ιππότες. Τα επόμενα χρόνια ο Αλέξιος συντήρησε έναν πόλεμο φθοράς, προσπαθώντας να διακόψει την προέλαση των Νορμανδών προς το εσωτερικό χωρίς όμως να μπορεί να τους κερδίσει σε ανοικτή μάχη.  Καίριας σημασίας για την τελική βυζαντινή επικράτηση ήταν η επέμβαση της Βενετίας, από αιώνες πιστό υποτελές κράτος του Βυζαντίου που είχε λάβει εμπορικά προνόμια από το Βασίλειο Β’ σε αντάλλαγμα για τη διάθεση του ισχυρού στόλου της.  Με χρυσόβουλο το 1082 ο Αλέξιος τα πολλαπλασίασε και οι Βενετοί συνέπραξαν στον πόλεμο.  Αυτό, σε συνδυασμό με (βυζαντινής υποκινήσεως) εξεγέρσεις στην Ιταλία, οδήγησε στην υποχώρηση των Νορμανδών και την έξωση τους από την Ελλάδα το 1084.  Το επόμενο έτος ο Γυισκάρδος προσπάθησε να επανέλθει αλλά ασθένησε και πέθανε στην Κεφαλληνία.  Καθώς οι γιοι του ενεπλάκησαν σε δυναστικές διαμάχες, η απειλή υποχώρησε προσωρινά.

Οι πρώτοι πόλεμοι προκάλεσαν βαριές απώλειες στο βυζαντινό στρατό, ενώ η πλήρης εξάρθρωση του θεσμού των καλλιεργητών – στρατιωτών από την επέκταση των μεγαλογαιοκτημόνων (τάξη στην οποία ανήκαν και οι Κομνηνοί) αχρήστευσε το παραδοσιακό στρατολογικό σύστημα.  Ως αντικατάσταση ο Αλέξιος επινόησε το σύστημα της «προνοίας».  Ο αυτοκράτορας θα έδινε σε έναν αξιωματούχο, τον «προνοιάριο», εδαφικές εκτάσεις, αριθμό εξαρτημένων χωρικών και το δικαίωμα εισπράξεως φόρων.  Σε αντάλλαγμα ο ευεργετηθείς συντηρούσε στρατεύματα τα οποία θα έπρεπε να διαθέτει στον αυτοκράτορα όποτε παρίστατο ανάγκη.  Το σύστημα αυτό είχε αρκετά κοινά με τη φεουδαρχία, ποτέ όμως (τουλάχιστον την περίοδο των Κομνηνών) το Βυζάντιο δεν έχασε τον κατ’ αρχήν συγκεντρωτικό του χαρακτήρα, με τον αυτοκράτορα να κατέχει κάθε εξουσία και να δίδει ή να αφαιρεί πρόνοιες κατά το δοκούν.  Η πρόνοια αποκατέστησε το αξιόμαχο του βυζαντινού στρατού, συνέβαλε όμως στην οικονομική αφαίμαξη και καταπίεση των αγροτικών πληθυσμών, κάτι που δρούσε αρνητικά στη νομιμοφροσύνη τους.

Στο ανατολικό μέτωπο, το σύνολο ουσιαστικά της Μικράς Ασίας είχε πέσει στους Τούρκους.  Εκμεταλλευόμενος τη διχόνοια στην οποία είχαν περιπέσει οι Σελτζούκοι, ο Αλέξιος έστρεψε τον Τζαχά, πειρατή-εμίρη της Σμύρνης κατά του σουλτάνου Κιλίτζ Ασλάν της Νικαίας.  Οι Βυζαντινοί με μικρής κλίμακας επιχειρήσεις ανέκτησαν περιορισμένα παράκτια εδάφη στη βορειοδυτική και βόρειο Μικρά Ασία, ήταν όμως προφανές πως η αυτοκρατορία δεν μπορούσε να αναλάβει μεγάλης κλίμακος επιχειρήσεις για την έξωση του νέου κατακτητή.  Ταυτοχρόνως ο Αλέξιος χρειάστηκε να αποκρούσει τις εισβολές των Πετσενέγκων (1092) και των Κουμάνων (1094) στη Θράκη, όπως και να εξασφαλίσει την υποταγή των Σέρβων πριγκήπων.  Στα μέσα της δεκαετίας το Βυζάντιο είχε σταθεροποιηθεί στα ευρωπαϊκά του εδάφη και οι Κομνηνοί είχαν εδραιωθεί στην εξουσία μέσα από μία υπερσυντηρητική, οικογενειοκρατική αλλά αποτελεσματική διακυβέρνηση.

Αναζητώντας βοήθεια για το μικρασιατικό μέτωπο, ο Αλέξιος στράφηκε δυτικά.


*φοιτητής διεθνών, ευρωπαϊκών και περιφερειακών σπουδών (mnovakopoulos.blogspot.gr)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Πόσο ελληνική ήταν η βυζαντινή Μικρά Ασία; Εθνογραφική ανάλυση

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος* Η Μικρά Ασία είναι χώρος με κολοσσιαίο βάρος για τον ιστορικό Ελληνισμό και κυριαρχεί στο φαντασια...