Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024

7 Φιλοσοφικά προβλήματα του ελληνικού δημοσίου λόγου

 

Μάριος Νοβακόπουλος*

Τούτη η απαρίθμηση δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας ούτε υπαινίσσεται πως απουσιάζουν οι κριτικές φωνές επί των παθογενειών αυτών, ειδικά στους χώρους της επιστήμης και της λογιοσύνης. Αποτελεί περισσότερο κριτική στον καθημερινό δημόσιο λόγο, όπως αναμεταδίδεται από τα ΜΜΕ, την εκπαίδευση και τα κοινωνικά δίκτυα.

Α. ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΚΕΝΤΡΙΣΜΟΥ

Ως δυτικοκεντρισμός εδώ δεν εννοείται η πολιτική δεοντολογία της συμπερίληψης και συμπόρευσης της Ελλάδος με τους ευρωατλαντικούς θεσμούς – ζήτημα το οποίο ξεπερνά τους στόχος του ανά χείρας άρθρου. Αντίθετα, ο όρος εδώ γίνεται κατανοητός ως η θέαση της παγκόσμιας ιστορίας, πολιτικής και οικονομίας αποκλειστικά μέσα από την οπτική γωνία και τα κριτήρια των ανεπτυγμένων χωρών της βορειδυτικής Ευρώπης και της βόρειας Αμερικής, όπως εξελίχθηκαν και κυριάρχησαν παντοιοτρόπως κατά τους νεότερους χρόνους.  Τούτη η οπτική συνοδεύεται από τη νοητική παγίωση των ευρωατλαντικών καθεστώτων ως ιδεατών κορυφών του ανθρώπινου πολιτισμού, οι οποίες δεν μπορούν ποτέ να ξεπεραστούν ή να εκπέσουν.

Σε αυτό το κλίμα, αγνοείται ή παραγνωρίζεται η ανάπτυξη του λεγομένου Παγκοσμίου Νότου, και οι δημογραφικές και οικονομικές εξελίξεις οι οποίες προδιαγράφουν την σχετικοποίηση της ευρωπαϊκής ευημερίας και ισχύος μεσοπρόθεσμα. Η ανασφάλεια έναντι αυτών των πλανητικών μεταβολών, ιδίως δε των θερμότερων σημείων σύγκρουσης (Ουκρανία, Παλαιστίνη), οδηγεί σε μία αμυντική ρητορική ψυχροπολεμικής κοπής, με την μανιχαϊκή διαίρεση του κόσμου σε ολικώς και ουσιοκρατικώς ασύμβατες δυνάμεις του καλού και του κακού, όπου η επιβίωση της μίας εξαρτάται από την ολική εξάρθρωση της άλλης.

Επιπλέον, αγνοείται το σημαντικό ιστοριογραφικό ζήτημα της φύσης των εννοιών της Ευρώπης και της Δύσης, τόσο ως προς τον λοιπό κόσμο (ανατολικός χριστιανισμός, ισλαμική ανατολή), όσο και προς το ίδιο το παρελθόν της (ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα, Μεσαίωνας). Το νόημα και η ουσία της όλης ευρωδυτικής ιστορίας συχνά ταυτίζεται με πολύ συγκεκριμένα φαινόμενα και κινήματα. Ορόσημα όπως το 1789, το 1945 ή το 1991 λογίζονται ως αποφασιστικά «έτη μηδέν», επιτρέποντας την εκ των υστέρων αξιολόγηση των εξελίξεων σε επίπεδο κοινωνιών και ιδεών ως προδιαγεγραμμένη και αναπόφευκτη, εξοβελίζοντας όσο στοιχεία κρίνονται πολιτικώς μη ευχάριστα. Αποκορύφωμα αυτής της εργαλειακής χρήσης της ιστορίας είναι η ταύτιση του σύγχρονου οικοδομήματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης με την ίδια την ιδέα της Ευρώπης και της ιστορίας και του πολιτισμού των λαών της. Όμως η Μεταρρύθμιση, ο Διαφωτισμός και ο σύγχρονος φιλελευθερισμός είναι εξίσου «δυτικά» κινήματα, εξίσου εκφράσεις του ευρωπαϊκού πνεύματος και πολιτισμού με την αντιμεταρρύθμιση, τον Αντιδιαφωτισμό, τους εθνικισμούς, τον φυλετισμό, τον κομμουνισμό ή το φασισμό. Για την Ελλάδα βέβαια προστίθεται το περίπλοκο θέμα της ταυτότητας, του τρόπου και του βαθμού στον οποίο ο νέος Ελληνισμός ανήκει στην ιστορική και πολιτισμική ευρωπαϊκότητα. Το εύρος του ζητήματος θεωρητικά θα έπρεπε να αποτελεί παράγοντα μίας ανοικτής και πολύπλευρης προσέγγισης, δυστυχώς όμως η εμπλοκή του σε πολιτικές διαμάχες έχει οδηγήσει στη δημιουργία ψευδών ειδώλων, κατά των οποίων ξιφουλκούν υπέρμαχοι και ενάντιοι μίας φαντασιακής Ευρώπης.

Η σχετικοποίηση του ευρωκεντρισμού δεν είναι υποχρεωτικό πως συνιστά ιδεολογικό «αντιευρωπαϊσμό», ούτε πως αιτείται την αποδέσμευση της Ελλάδος από τις ευρωατλαντικές δομές. Η ίδια η αποκαθήλωση της Ευρώπης-Δύσης από τον «θρόνο» της μοναδικότητας αποτελεί κατ’ εξοχήν πεδίο της δυτικής (ευρωπαϊκής και ευρωγενούς) διανόησης, του δυτικού πολιτισμού σε αναστοχασμό και αυτοκριτική. Τούτο, παρ’ ότι έχει φθάσει σε υπερβολές μηδενιστικής αυτό-αποδόμησης, αποτελεί και έπαινο, διότι είναι ο μόνος πολιτισμός στην πανανθρώπινη ιστορία που προχώρησε σε τέτοια αυτοεξέταση. Η υλική καταστροφή και η πνευματική εξάντληση μετά τους δύο παγκοσμίου πολέμους, σε συνάρτηση με την αποαποικιοποίηση του Τρίτου κόσμου και την μεταβολή των ευρωπαϊκών δυνάμεων από υποκείμενα ισχύος σε αντικείμενα υπό τον διπολισμό ΗΠΑ-ΕΣΣΔ, οδήγησε σε περίσκεψη γύρω από τα πεπραγμένα και τις αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού και τη σχέση του με εκείνους του υπόλοιπου πλανήτη. Όσοι επιθυμούν να στρατευθούν στην υπεράσπιση της (όποιας) Δύσης και πιστεύουν στην συμπόρευση της Ελλάδος μαζί της, μόνο να ωφεληθούν έχουν από αυτόν τον αναστοχασμό, καθώς θα αποκαλύψει λάθη και αδυναμίες που χρήζουν θεραπείας.

Και πάλι η θέση της Ελλάδας φαίνεται ιδιαίτερη, ίσως δε και προνομιακή. Τον 21ο αιώνα, με έναυσμα την 11η Σεπτεμβρίου, διαδόθηκε ένας αμυντικός «δυτικός σοβινισμός», ο οποίος επιμένει στην απόλυτη ανωτερότητα του δυτικού κόσμου, υπερασπίζεται την αποικιοκρατία, την μεταψυχροπολεμική παγκόσμια πολιτική των ΗΠΑ, την ευθεία διαδοχή της κλασσικής αρχαιότητας κλπ. Από την άλλη, η ανάδειξη του φυλετισμού και των αποικιακών εγκλημάτων, ή η φρίκη των παγκοσμίων πολέμων και ειδικά του εβραϊκού ολοκαυτώματος, οδηγεί σε ένα αντίθετο ρεύμα ολικής αποδόμησης και καταρράκωσης του κύρους και της αξίας του δυτικού πολιτισμού και οτιδήποτε άλλου μπορεί να θεωρηθεί θεμέλιό του, όπως η αρχαία γραμματεία, η κλασσική μουσική, η ευρωπαϊκή εθνοτική υπόσταση κλπ. Η τάση αυτή φτάνει σε αληθινά επίπεδα αυτομαστίγωσης και άρνησης της ίδιας της ταυτότητας των ευρωπαϊκών και μεταευρωπαϊκών εθνών, με την μαζική μετανάστευση από τον Παγκόσμιο Νότο και την εξάλειψη κάθε δυτικής πολιτισμικής ιδιαιτερότητας να προβάλλονται ως ηθικά αιτήματα «εξιλασμού» για τις παλαιές αμαρτίες. Ο Παγκόσμιος Νότος από την άλλη, ευρισκόμενος σε ανερχόμενη θέση, αντιδρά είτε με μιμητισμό έναντι του πρώην δυνάστη του, ή με μία μεμψίμοιρη μνησικακία, οδηγούμενος σε αντίστροφα σχήματα υπεροχής και εκδίκησης. Η Ελλάδα, ακριβώς λόγω της ενδιάμεσης θέσης της μεταξύ Δύσης και Ανατολής, κέντρου και περιφέρειας, ανεπτυγμένου Βορρά και αναπτυσσόμενου Νότου, μπορεί να αποτελέσει πλεονεκτικό πεδίο συνεννόησης και ανάπτυξης κριτικής και ισορροπημένης σκέψης πάνω σε όλα τα παραπάνω ζητήματα.

Β. Η ΣΩΣΤΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Ο σύγχρονος δυτικός κόσμος κληρονόμησε την γραμμική θέαση της ιστορίας, κατά την οποία οι ανθρώπινες κοινωνίες οδεύουν ανοδικά προς ένα καλύτερο μέλλον ή  έναν τελικό στόχο, από τον εβραϊκό και χριστιανικό χιλιασμό του Μεσαίωνα, ο οποίος στην πορεία απέρριψε τις θρησκευτικές του ρίζες προς την κατεύθυνση της εγκόσμιας ευημερίας, ελευθερίας κλπ. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι εκείνο του μαρξισμού, κατά τον οποίο η έλευση της αταξικής κομμουνιστικής κοινωνίας δεν ήταν μόνο ένας πολιτικός στόχος και ένα αντικείμενο αγώνων, αλλά η νομοτελειακή κατάληξη όλης της ανθρώπινης ιστορίας, μία απόλυτη βεβαιότητα επιστημονικής φύσης. Ο αστικός φιλελευθερισμός διαπνεόταν επίσης από αντίστοιχα οράματα. Εσχάτως, η πεποίθηση αυτή έγινε γνωστή από τον όρο «τέλος της ιστορίας», με την υποτιθέμενη οριστική και πανανθρώπινη επικράτηση του φιλελεύθερου αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος και της ελεύθερης αγοράς. Σήμερα έχει πολλαπλασιαστεί η χρήση του όρου «σωστή πλευρά της ιστορίας», ακολουθώντας πάλι την ίδια λογική, πως η ιστορία έχει αντικειμενικώς και απολύτως καθορισμένες σωστές και λάθος πλευρές, και πως η ηθικώς ανώτερη πλευρά ταυτίζεται με εκείνην η οποία θα ευδοκιμήσει και θα επικρατήσει στο μέλλον.

Το σχήμα αυτό δικαιώνει πρωτίστως τα τρέχοντα καθεστώτα (πολιτικά, οικονομικά κλπ) όχι απλώς ως αγαθά, αλλά και ως ανώτερα των προηγουμένων. Η επικράτησή τους δεν ήταν αποτέλεσμα κοινωνικών εξελίξεων, επιτυχών πολέμων και λυσιτελούς αντιμετώπισης κρίσεων, αλλά αναπόφευκτη στο πλαίσιο της πανανθρώπινης ιστορίας του πολιτισμού. Οι ευνοϊκές συνθήκες από τις οποίες προέκυψαν δεν θα μπορούσαν να είχαν συμβεί αλλιώς, δεν θα ήταν δυνατό ή διανοητό να είχαν άλλη έκβαση. Τούτη η ουσιαστικά εκκοσμικευμένη θεολογία των εκλεκτών, ο πολιτικός μεσσιανισμός χωρίς Θεό, αποτελεί ισχυρό μέσο πειθάρχησης των κοινωνιών και των λογίων, μέσα από ένα σύστημα αξιών το οποίο πειθαναγκάζει το άτομο να ακολουθεί την ομάδα προς τα «εμπρός», ό,τι και αν σημαίνει αυτό.

Η υποχρεωτική αισιοδοξία αυτού του ιστορικού μεσσιανισμού, η οποία αρνείται τους κύκλους της ακμής και παρακμής των κοινωνιών και οργανισμών, στη σημερινή εποχή ανατροπών και κρίσεων λαμβάνει μία στάση αντιφατική.  Όσο περισσότερα σύννεφα διαφαίνονται στον ορίζοντα, τόσο πιο πεισματικά διακηρύσσεται η αναπόφευκτη πορεία προς το χρυσό άπειρο, αλλά και τόσο πιο πανικόβλητη είναι η ρητορική έναντι απειλών πολεμικών, οικονομικών, περιβαλλοντικών κλπ. Η άνοδος του πολιτισμού είναι, λέγεται, αναπόφευκτη και εκ προοιμίου νικηφόρα, αλλά συγχρόνως απειλείται μονίμως με καταποντισμό. Κάθε παρέκκλιση από αντιμετωπίζεται με κραυγές έκπληξης (μα γίνονται πόλεμοι τη σήμερον ημέρα;) ή απόλυτης απόγνωσης (αν εκλεγεί ο τάδε θα επιστρέψουμε στο Μεσαίωνα!). Έτσι λοιπόν τούτη η κοσμική «Αποκάλυψη» περιέχει όχι μόνο παράδεισο, αλλά και κόλαση (κλιματική καταστροφή, υπερπληθυσμός, πυρηνικό ολοκαύτωμα), καθώς και την επικείμενη λύτρωση της ανθρωπότητας από το φθαρτό σώμα και το ελαττωματικό μυαλό της, με τη βοήθεια της υψηλής τεχνολογίας και της τεχνητής νοημοσύνης (μετανθρωπισμός).

Γ. Ο ΦΕΥΓΑΛΕΟΣ ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΠΡΟΟΔΟΥ

Το ζήτημα της γραμμικής και ανοδικής πορείας της ιστορίας συνδέεται άμεσα με την αντίληψη της κοινωνικής προόδου. Η ραγδαία τεχνολογική και επιστημονική δημιουργικότητα των τελευταίων αιώνων, καθώς και η στοιχειοθέτηση της εξέλιξης των ειδών από τον Δαρβίνο, δημιούργησε την προσδοκία πως αντίστοιχη πρόοδος, αντικειμενική και συνεχής, θα μπορούσε να σημειωθεί και σε κοινωνικό επίπεδο. Το πρόβλημα έγκειται στα κριτήρια αξιολόγησης αυτής της προόδου, καθώς αυτά εξαρτώνται από πολιτικές αξίες και κανονιστικά προτάγματα ιδεολογικής, άρα υποκειμενικής φύσης, τα οποία δεν έχουν την ίδια οικουμενικότητα με τα κριτήρια των θετικών επιστημών. Ένας φιλελεύθερος και ένας κομμουνιστής συμφωνούν ως προς την ανοδική εξέλιξη της κοινωνίας, ομνύουν στο όνομα της προόδου. Όμως τα οράματά τους για την πρόοδο αυτής της κοινωνίας διαφέρουν σημαντικά, είναι κάποτε δε όλως αντίθετα.

Στο δημόσιο λόγο η περί προόδου αντίληψη δεν στηρίζεται φιλοσοφικά, παρά επαναλαμβάνεται και επικρατεί ως περίπου αυτονόητη, με τη βοήθεια των μέσων επικοινωνίας και των φορέων κοινωνικοποίησης (π.χ. σχολείο). Τα κριτήρια παραμένουν ασαφή και κάποτε αντικρουόμενα – είναι η υλική ευμάρεια, η μέγιστη ατομική ελευθερία, η ισότητα τις ευκαιρίες και τα αποτελέσματα, η ψυχική υγεία, η κοινωνική δικαιοσύνη ή η προσωπική αρετή; Η αξία της προστασίας του περιβάλλοντος συγκρούεται με τα οικονομικά οφέλη που θα φέρει μία εξορυκτική εκμετάλλευση. Η ανάγκη της ειρήνης και της υπεράσπισης της κοινωνίας από βίαιες επιβουλές βρίσκεται, επιφανειακά τουλάχιστον, σε αντίθεση με την ατομική επιδίωξη της ασφάλειας και της αποφυγής του κινδύνου. Η ευχάριστη κατάσταση της αμεριμνησίας, την οποία προσφέρει μία ειρηνική και ευημερούσα πολιτεία, μπορεί να υπονομεύσει την πρόοδό της, αν οδηγήσει σε νωθρότητα. Η επιδίωξη μίας ζωής με τις μέγιστες απολαύσεις και τις ελάχιστες επιβαρύνσεις και δεσμεύσεις δρα ανασταλτικά στην ανάληψη υποχρεώσεων, κόπων και κινδύνων για το κοινό καλό, όπως και στη δημιουργία σταθερών οικογενειών και άρα στη φυσική συνέχεια της κοινωνίας κ.ο.κ. 

Η ρητορική της προόδου επιβάλλεται ολοκληρωτικά στην περίπτωση της τεχνολογίας. Καθώς όλοι, λίγο ως πολύ, απολαμβάνουν τα οφέλη της σύγχρονης ιατρικής, των τηλεπικοινωνιών, των ηλεκτρικών συσκευών κλπ, η οποιαδήποτε ένσταση ως προς τις δυσμενείς συνέπειες της τεχνολογικής ανάπτυξης ή των μελλοντικών επιπτώσεών της νοείται ως αχαριστία έναντι των ως τώρα ωφελειών, μία ασυγχώρητη βλασφημία έναντι της προόδου. Ιδιαίτερα για θέματα τεχνολογίας αιχμής, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η ασφάλεια των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και η άμεση διεπαφή εγκεφάλου και ψηφιακών συσκευών, η όποια κριτική συχνά αντιμετωπίζεται σαν τυφλός λουδιτισμός, ένα κάλεσμα για επιστροφή στην εποχή του λίθου. Πέρα από αυτήν την ανειλικρινή ρητορική «ή στο Matrix ή στα σπήλαια», η ίδια η επιστήμη ανάγεται σε ένα πεδίο καθαγιασμένο, ουδέτερο από τα ανθρώπινα πάθη, άρα ελεύθερο να παράγει χωρίς έλεγχο ή λογοδοσία, και να θέτει κανόνες χωρίς αμφισβήτηση. Το γνωστό επιχείρημα «το μαχαίρι μπορεί να κόψει ψωμί αλλά και να σκοτώσει, άρα φταίει η ανθρώπινη χρήση και όχι το προϊόν»,  παραβλέπει τις προθέσεις οι οποίες προϋπάρχουν στο νου των επιστημόνων, των πολιτικών προϊσταμένων τους, των οικονομικών τους χορηγών, αλλά μέσα και στις ίδιες τις προδιαγραφές και τα χαρακτηριστικά του προϊόντος. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για παράδειγμα, προσφέρουν δυνατότητες επικοινωνίας, και είναι στο χέρι κάθε χρήστη να τα αξιοποιήσει λελογισμένα. Όμως ο ίδιος ο σχεδιασμός τους, κατά τις προθέσεις επιτελείων επιχειρηματιών, προγραμματιστών, ψυχολόγων και νευροεπιστημόνων, αποσκοπεί στην «αιχμαλωσία» της προσοχής του χρήστη για το μέγιστο χρόνο, προσαρμόζοντας το περιεχόμενο ανάλογα με τις συνήθειες και τις διαθέσεις του, όπως αυτές διαγιγνώσκονται από τη συλλογή αναρίθμητων προσωπικών δεδομένων. Τούτα αξιοποιούνται όχι μόνο για διαφημιστικούς σκοπούς, αλλά για κάθε είδους οικονομική και πολιτική χειραγώγηση.

Δ. ΤΟ ΕΙΔΩΛΟ ΤΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ

Η ιδεολογία της γραμμικής προόδου στηρίζεται πάνω σε μία αντίστοιχη ιστοριογραφία, η οποία περιγράφει και αξιολογεί τους σταθμούς αυτής της πορείας, με τους αντίστοιχους ήρωες και εχθρούς. Ένα από τα ισχυρότερα σημεία αναφοράς, το οποίο στο δημόσιο διάλογο εκπίπτει στο επίπεδο της συνθηματολογίας, είναι ο Διαφωτισμός. Ως κίνημα προδρομικό των σύγχρονων φιλελεύθερων αξιών, ο Διαφωτισμός αντιτίθεται στον εκάστοτε «σκοταδισμό», και ο ορθολογισμός στον «ανορθολογισμό», ο οποίος συχνά ταυτίζεται με την οποιαδήποτε απόκλιση από το σχήμα της προόδου. Βέβαια, λίγοι διαφωνούν για τη σημασία του ορθού λόγου και των κανόνων της λογικής για την ανθρώπινη σκέψη και την επίλυση των προβλημάτων. Η εποχή του Διαφωτισμού, από την άλλη, θεωρείται πολύ σημαντική στην ιστορία των ιδεών, καθώς σχετίζεται με τα ιδανικά που ενέπνευσαν την Γαλλική και την Αμερικανική επανάσταση, το συνταγματισμό, την κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την εκλαΐκευση της γνώσης.  Όμως η άκριτη και απόλυτη αποθέωσή τους όχι μόνον αγνοεί τα όριά τους, αλλά και την ιστορική πορεία των εννοιών.

Δεν ήταν μόνο οι θρησκευτικοί και συντηρητικοί κύκλοι που άσκησαν κριτική στα «φώτα» και τον ορθολογισμό. Η ψυχανάλυση, ο υπαρξισμός και ο μεταμοντερνισμός έφεραν στο προσκήνιο ασυνέπειες του διαφωτιστικού οικοδομήματος, καθώς και της απολυτοποίησης του ορθού λόγου. Τα μη λογικά και μη συνειδητά μέρη του μυαλού, όπως το ένστικτο και το συναίσθημα, έλαβαν σημαίνουσα θέση στην εξέταση της ανθρώπινης νόησης και συμπεριφοράς. Οι προσπάθειες για καθιέρωση μίας οικουμενικής και αντικειμενικής ηθικής μέσω του ορθού λόγου έφθασαν σε αδιέξοδο, ενώ άλλοι φιλόσοφοι έδωσαν βάση στην προσωπική βούληση ή τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ των ομάδων. Η νεότερη έρευνα ανέδειξε και τις πιο σκοτεινές πλευρές του διαφωτισμού και του ορθολογισμού, ως κινητηρίων δυνάμεων πίσω από την μηχανοποίηση της κοινωνίας και του πολέμου, την δικαιολόγηση της κατίσχυσης επί του περιβάλλοντος ή των λιγότερων προηγμένων λαών, την αποξένωση του ανθρώπου από την κοινότητά του κλπ. Η αποσύνδεση του «είναι» από το «δέον» δημιουργεί σοβαρό και άλυτο πρόβλημα στην προσπάθεια θεμελίωσης της ηθικής πάνω στην λογική, καθώς η ακρίβεια των προκειμένων δεν μπορεί πλέον να θεωρηθεί επαρκής ώστε το συμπέρασμα να συνεπάγεται δέσμευση του υποκειμένου. Η ίδια η λογική, εφόσον θέλει κανείς να τη χρησιμοποιήσει ως βοήθημα καθορισμού της πράξης, απαιτεί ένα «αρχιμήδειο στήριγμα» εξωτερικό αυτής. Οι αρχαίοι Έλληνες φιλοσοφούσαν για το ζην κατά λόγον και κατά φύσιν, όμως για εκείνους λόγος δεν ήταν μόνον η λογική κατοχύρωση της ορθότητας των πεποιθήσεων – ήταν η θεία ουσία που συνείχε τον ίδιο τον κόσμο, και φύση δεν ήταν μόνο τα υλικά δεδομένα και οι λειτουργίες τους – είχε εντός της ένα ενσωματωμένο τέλος, έναν σκοπό.

Μήπως άλλωστε ο ίδιος ο Διαφωτισμός δεν ήταν ένα ρεύμα πολύπλευρο, με πλήθος στοχαστών από πολλές χώρες, οι οποίες εξέφρασαν αντικρουόμενες απόψεις για την πολιτική, την θρησκεία, τη γνωσιολογία, την ηθική; Πόσο διαφέρει η αντίληψη του Βολταίρου για την κοινωνία από εκείνη του Ρουσώ; Τι σχέση μπορεί να έχει η ηθική του Καντ με εκείνη του ντε Σαντ; Η ίδια ρητορική ομογενοποίηση συντηρεί απαρχαιωμένα στερεότυπα γύρω από την ιστορία των ιδεών, τα οποία έχει προ πολλού απορρίψει ή σχετικοποιήσει η έρευνα – την υποτίμηση του «σκοτεινού» Μεσαίωνα και του «μοιρολατρικού» Βυζαντίου, την περιγραφή των σχέσεων θρησκείας και επιστήμης σε ένα απαρέγκλιτα εχθρικό δίπολο, τον απόλυτο διαχωρισμό της φιλοσοφίας από την θεολογία και τον μυστικισμό κλπ.

Ε. Η ΕΠΙΜΟΝΗ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ

Εδώ και αρκετούς αιώνες, υπέρμαχοι της προόδου όπως ο Βολταίρος ή ο Αύγουστος Κοντ διεκήρυσσαν τον επικείμενο θάνατο της θρησκείας, ως μίας νηπιακής κατάστασης της ανθρώπινης νόησης, η οποία θα προχωρούσε πλέον ελεύθερα και αυτόνομα χάρη στην επιστήμη και την λογική. Στην πραγματικότητα το θρησκευτικό φαινόμενο αποδείχθηκε πολύ πιο ανθεκτικό από όσο αναγνώριζαν αυτές οι προβλέψεις. Η ανθρώπινη τάση προς το θρησκεύεσθαι αποδεικνύεται ακόμη εξαιρετικά προσαρμοστική προς τις εναλλασσόμενες συνθήκες, με φαινόμενα θρησκευτικού συγκρητισμού, κάμψης ή αναγέννησης θρησκευτικών οργανισμών, υποκατάστασης της μίας θρησκείας από την άλλη, εξακολουθούν να συμβαίνουν με μεγάλη ένταση σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 1968 ο κοινωνιολόγος Peter L. Burger, πρωτεργάτης της «θεωρίας της εκκοσμίκευσης», προέβλεπε πως στις αρχές του 21ου αιώνα θα έχουν απομείνει ελάχιστοι πιστοί, σε μικρές νησίδες περικυκλωμένες από μία κοσμική κοινωνία. Το 1996 ο ίδιος επιστήμονας ανέτρεψε τα πορίσματά του, θεωρώντας ότι οι κοινωνίες του πλανήτη παρέμεναν όσο θρησκευόμενες όσο παλαιότερα, σε κάποιες περιπτώσεις δε περισσότερο από ότι άλλοτε.

Η «εκδίκηση του Θεού» και η «μεταεκκοσμίκευση» εισήλθαν στο λεξιλόγιο των ερευνητών, οι οποίοι αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο τη θρησκεία ως ένα σύνθετο φαινόμενο, το οποίο σε διάφορες μορφές ανήκει αδιαμφισβήτητα στο μέλλον όλων των ανθρώπινων κοινωνιών. Το ίδιο το φαινόμενου του φονταμενταλισμού, των θρησκευτικών κινημάτων δηλαδή που καλούν σε «επιστροφή στις ρίζες», δεν αντιμετωπίζεται παρά ως οπισθοδρομική «επιστροφή στο Μεσαίωνα», αντί μίας ακριβέστερης προσέγγισής του ως ένα φαινόμενο κατ’ εξοχήν σύγχρονο, σχετιζόμενο με τη συνάντηση των παραδοσιακών κοινωνιών με τις αναταράξεις της νεοτερικότητας, της τεχνολογίας, της αποικιοκρατίας κλπ.

Η ταχεία κάμψη των παραδοσιακών χριστιανικών εκκλησιών στον δυτικό κόσμο από τις αρχές του 21ου αιώνα δρα παραπλανητικά ως προς την παγκόσμια κατάσταση, καθώς ο χριστιανισμός εξαπλώνεται ραγδαία στην Αφρική, την Κίνα και άλλες χώρες, ενώ αντίστοιχα το Ισλάμ ανθεί στην Ευρώπη, την Αφρική και τις ΗΠΑ. Ο Παγκόσμιος Νότος αποκτά αυξημένη βαρύτητα σε οργανισμούς όπως η Καθολική και η Αγγλικανική Εκκλησία, καθώς ολοένα μεγαλύτερο ποσοστό των πιστών του βρίσκεται εκεί και όχι στον ανεπτυγμένο Βορρά. Η διαφορά δείκτη γεννήσεων μεταξύ θρησκευομένων και μη οδηγεί σε διαφορετικούς ρυθμούς πληθυσμιακής ανάπτυξης, συχνά εντός των ίδιων κοινωνιών, εντείνως φαινόμενα αντιστροφής της εκκοσμίκευσης και επικράτησης θρησκευομένων μαζών (Ισραήλ, Τουρκία), οι οποίες μπορεί να μην έχουν τη δύναμη του ακαδημαϊκού συστήματος ή της παγκόσμιας μαζικής κουλτούρας, κάνουν όπως περισσότερα παιδιά. Στη Γαλλία, η αυστηρή ουδετεροθρησκεία (laicite) έχει υποδειχθεί ως υπεύθυνη για το κενό πνευματικότητας και αλληλεπίδρασης θρησκείας και δημοσίου χώρου, στο οποίο ευδοκίμησε ο ισλαμικός ριζοσπαστισμός. Ακόμη και στο δυτικό κόσμο η κάμψη της θρησκείας δε συνεπάγεται απαραίτητα με στροφή προς τον υλισμό, ορθολογισμό ή εν γένει συνειδητό αθεϊσμό: οι περισσότεροι άθρησκοι (οι λεγόμενοι nones) αποτελούν ένα ανομοιογενές μείγμα αθεΐας, αγνωστικισμού, εναλλακτικών μορφών λατρείας ή πνευματικότητας, αδιαφορίας ή πολιτιστικής-ταυτοτικής μόνο συνάφειας με μία δεδομένη θρησκεία. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα ανέκυψε στις ΗΠΑ ένα ευρύ ρεύμα προς τη μαγεία και μορφές νεοπαγανισμού, το οποίο μάλιστα δεν αφορά συντηρητικά ή «αμόρφωτα» στρώματα, αλλά με νέους οι οποίοι συνέδεαν αυτές τις υπερφυσικές αναζητήσεις με το φεμινισμό, τη ριζοσπαστική οικολογία κ.α.

Η σημερινή εποχή, με τα ψηφιακά μέσα και το μεγάλο «κενό νοήματος», όχι μόνον δεν εξαφανίζει το «θρησκεύεσθαι», αλλά δρα ως καταλύτης για την εξέλιξη και διαφοροποίησή του, σε καινοφανή μείγματα παλαιάς θρησκευτικότητας και σύγχρονης πνευματικότητας και μυθοποίησης, τα οποία θα ακολουθούν την ανθρωπότητα για πολύ καιρό ακόμα. Βεβαίως, ο καθένας μπορεί να κρίνει θετικά η αρνητική τις παραδοσιακές θρησκείες ή το θρησκευτικό φαινόμενο εν γένει, δεν δικαιολογείται όμως από τα δεδομένα να το θεωρεί «απαρχαιωμένο» ή αδιάφορο. Ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες ανθεί ο κλάδος της διεθνούς πολιτικής θεολογίας, καθώς και ο διάλογος μεταξύ θρησκειών ή για την θέση της θεολογίας ενώπιον θεμάτων βιοηθικών, περιβαλλοντικών κλπ.

ΣΤ. Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

Το «κενό νοήματος» για το οποίο έγινε παραπάνω λόγος προκύπτει από πολλούς παράγοντες, οι οποίοι συγκλίνουν συντριπτικά στις σύγχρονες μαζικές κοινωνίες: το τέλος της ιστορίας και των ιδεολογιών, ο «θάνατος του Θεού», η ρευστοποίηση και αποσταθεροποίηση των κοινωνικών, οικογενειακών, εργασιακών σχέσεων κ.α. Ο συνδυασμός των παραδοσιακών ΜΜΕ με τα νέα ψηφιακά μέσα, επί ενός πληθυσμού ο οποίος είναι σχεδόν μονίμως συνδεδεμένος στο διαδίκτυο και καταναλώνει «περιεχόμενο» καθ’ όλην την ημέρα του, προκαλεί έναν χείμαρρο υπερπληροφόρησης, η ένταση και έκταση του οποίου εμποδίζει την συνειδητή πρόσληψη, αφομοίωση και κριτική εξέταση των απόψεων και των ειδήσεων από το κουρασμένο κοινό. Η σκόπιμη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, για λόγους πολιτικού συνήθως οφέλους, επενδύει αυτήν την κακοφωνία με ένα ακόμη πέπλο παραπληροφόρησης και «ψευδών ειδήσεων».

Παρ’ ότι ο κυρίαρχος λόγος προσπαθεί να συνδυάσει την προπαγάνδα με συγκεκριμένες, αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις ή κοινωνικά στρώματα ανορθολογισμού, στην πραγματικότητα όλοι οι φορείς και οι παρατάξεις είναι λίγο έως πολύ ένοχοι για την εργαλειακή χρήση των ΜΜΕ, με στόχο τη διέγερση των παθών και την κατεύθυνση του κοινού προς τις επιθυμητές αντιδράσεις, πολύ συχνά με την θυσία της ακριβούς και ισορροπημένης ενημέρωσης. Το αποτέλεσμα είναι το κοινό να επιλέγει κατά προτίμηση ΜΜΕ και δημοσιολόγους οι οποίοι αναμεταδίδουν όψεις των γεγονότων που αντανακλούν τις ήδη υπάρχουσες προκαταλήψεις και αξίες του (confirmation bias). Το αποτέλεσμα είναι κοινωνικές ομάδες οι οποίες διάγουν παράλληλους βίους και ζουν σε μη τεμνόμενες, άσχετες μεταξύ τους πραγματικότητες. Το περιβάλλον αυτό έχει αποκληθεί ως μία εποχή «μετα-αλήθειας».

Για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσης συνεννόησης και εμπιστοσύνης έχουν προταθεί αρκετές, λύσεις, με δημοφιλέστερη την καθιέρωση εμπειρογνωμόνων οι οποίοι θα ξεχωρίζουν την αξιόπιστη δημοσιογραφία από την προπαγάνδα. Στην πραγματικότητα η κατάσταση είναι πολύ πιο περίπλοκη, διότι πρώτον και οι εμπειρογνώμονες βρίσκονται μέσα σε αντίστοιχες «φούσκες» αυτό-επιβεβαιωτικής ιδεολογίας και υπόκεινται στις σκοπιμότητες των προϊσταμένων τους, και δεύτερον πολλά θέματα, ειδικά στον χώρο της πολιτικής, είναι θολά, αβέβαια και πολύ διαφορετικά ανάλογα με την οπτική γωνία από όπου καταγράφονται, με αποτέλεσμα η απολύτως ακριβής ανταπόκριση να είναι σχεδόν ακατόρθωτη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα το οποίο προκαλεί αυτήν την κρίση της «μετα-αλήθειας» είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης της κοινωνίας με τα ΜΜΕ, τις κυβερνήσεις και τους τεχνοκράτες αξιωματούχους, καθώς και των κοινωνικών ομάδων αναμεταξύ τους. Λείπει το ενοποιητικό στοιχείο, χάρη στο οποίο οι άνθρωποι μπορούν να λειτουργήσουν ως ανθρώπινη και πολιτική κοινότητα, και όχι ως ένα τυχαίο άθροισμα εργαζομένων και καταναλωτών, οι οποίοι οχυρώνονται στις κατοικίες και τις ψηφιακές συσκευές τους για να αποφύγουν τον άγνωστο και επικίνδυνο «πλησίον» τους.

Το χάσμα που αποκαλύπτει η κατάρρευση ή η φθορά των μεγάλων πολιτικών, θρησκευτικών και ιδεολογικών μύθων των σύγχρονων κοινωνιών, σπεύδουν να γεφυρώσουν κάθε είδους ιδέες και αφηγήσεις. Πολλές από αυτές αποτελούν τροποποιήσεις ή θραύσματα γνωστών ιδεολογιών, άλλες αντλούν έμπνευση και νομιμοποίηση από την πρόσφατη ή απώτερη ιστορία, ενώ κάποιες ακόμη κοιτάζουν προς ένα υπέρλαμπρο ή φρικαλέο μέλλον. Επειδή αυτά τα σχήματα προέρχονται συνήθως από τα «κάτω» ή προκύπτουν από τα υπολείμματα πνευματικών και κοινωνικών καταστάσεων που δεν υπάρχουν πια, συνήθως είναι αποσπασματικά και μονομερή, σπανίως δε προσφέρουν ολοκληρωμένη εναλλακτική στάση ζωής και πολιτικής συνειδητοποίησης για το κοινό τους. Κάποτε δε τα σχήματα αυτά αγγίζουν το παράλογο ή το μυστηριώδες. Λογιών λογιών θεωρίες συνωμοσίας κατακλύζουν το διαδίκτυο, άλλοτε γέννημα κάποιου αφανούς forum, άλλοτε υπονομευτικό όργανο κάποιας κυβέρνησης.

Η χρήση του όρου «μύθος» δεν λειτουργεί απαραίτητα ως συνώνυμο του ψεύδους. Αντίθετα, ο μύθος έχει πολύ σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη σκέψη, είναι μία ιδιότητα παραγκωνισμένη και καταπιεσμένη στο σημερινό τεχνοεπιστημονικό περιβάλλον, με αποτέλεσμα να ξεσπά όποτε βρει ρωγμές, απελευθερώνοντας την πίεση η οποία συσσωρευόταν κάτω από το νεοτερικό κέλυφος. Αλλά μήπως η τεχνική πρωτοπορία δεν ακολουθεί πολλών ειδών μύθους, δεν μιλά για τον μετάνθρωπο, την αθανασία, τον homo deus; Μήπως η επιμονή πως οι ταυτότητες και ο αυτοπροσδιορισμός είναι φαινόμενα απολύτως διακριτά από τα εμπράγματα μέλη τους (ως προς το φύλο, την φυλή κλπ.), δεν αποτελεί εκκοσμίκευση της μαγικής αρχής, πως ο λόγος δημιουργεί εκ του μηδενός πραγματικότητες και υποτάσσει τα δεδομένα στη βούλησή του; Ο μύθος, η τελετουργία, τα διαχρονικά ανθρώπινα αρχέτυπα όπως του ήρωα ή του σοφού, η διάθεση υπέρβασης του ανθρώπινου σώματος, η επίκληση του συναισθήματος ως απολύτου κριτηρίου, συνθέτουν έναν ακόμη ρευστό και άμορφο μυθολογικό κυκεώνα, η κατανόηση του οποίου απαιτεί όχι μόνον τα εργαλεία ανάλυσης, συνήθη για τις αρχαίες μυθολογίες ή τις θρησκείες, αλλά και ένα άνοιγμα του ερευνητικού νου στο υπέρλογο, το συμβολικό και το ενορατικό.

Αντί του αναθεματισμού κάθε μυθοποιητικού φαινομένου ως συλλήβδην ανορθολογικού και η ψυχοπαθολογική αντιμετώπιση των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν την μετα-αλήθεια με δικούς τους μύθους (επιτυχείς ή μη), θα ήταν πολύ πιο πρόσφορος ένας διάλογος πάνω στην φύση και τις χρήσεις του μύθου στην εποχή μας, και στην δημιουργική κάλυψη της «κρίσεως του νοήματος» με τη βοήθεια της φαντασίας, του μύθου και της ποίησης.

Ζ. Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

Η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης συνεπάγεται γρήγορες και σχετικά ακώλυτες συναλλαγές, διηπειρωτική μεταφορά εμπορευμάτων και εργαζομένων, αστραπιαίες ψηφιακές επικοινωνίες, τουρισμό και μία κοινή (αμερικανική) μαζική κουλτούρα.  Ειδικά οι ανώτερες οικονομικές και μορφωτικές τάξεις, μέσω διεθνών σπουδών και συμμετοχής σε πολυεθνικές επιχειρήσεις ή διεθνείς οργανισμούς, έχουν δημιουργήσει μία κοσμοπολίτικη συνείδηση, η οποία αντιλαμβάνεται την ύπαρξη  κοινότητας πολιτισμού και συμφερόντων με τους ομοίους τους ανά τον κόσμο, και όχι με τους συμπατριώτες τους. Παρότι αυτήν την «ελίτ» πλαισιώνει ένας αυξανόμενος αριθμός νεο-νομάδων που εργάζονται στον τεχνολογικό τομέα μέσα από τον υπολογιστή τους, τούτος ο τρόπος ζωής και η φερόμενη ως παγκόσμια ταυτότητα αφορά ένα πολύ μικρό τμήμα της εκάστοτε κοινωνίας. Ακόμη και οι μετανάστες, οι οποίοι μπορεί να πηγαίνουν από χώρα σε χώρα προς αναζήτηση μίας καλύτερης τύχης, συνήθως επιθυμούν κάπου να ριζώσουν, ή να επιτύχουν οικονομικά μέχρι να επιστρέψουν στη γενέτειρά τους. Παρά το πανανθρώπινο προσωπείο του λοιπόν, αυτός ο κοσμοπολιτισμός έχει βαθιά εξουσιαστικά και ολιγαρχικά χαρακτηριστικά, καθώς η απομάκρυνση από τις εθνικές κοινωνίες συνεπάγεται με μείωση των δεσμεύσεων και της δημοκρατικής λογοδοσίας: ο πολίτης του κόσμου είναι στην πραγματικότητα πολίτης του πουθενά.

Σε αυτό το κλίμα προκύπτει και η απαξίωση του εδάφους, ως ασήμαντης μεταβλητής σε μία οιονεί άυλη οικονομία, και των συνόρων, ως αυθαίρετων και άδικων διαχωριστικών γραμμών που παρακωλύουν την ελεύθερη κίνηση των ανθρώπων. Η αποθέωση των αποκεντρωμένων δικτύων και της ευελιξίας που προσφέρουν στους χρήστες τους αντιπαραβάλλεται με τη στασιμότητα και οπισθοδρομικότητα των εδαφικών δομών, όπως τα έθνη κράτη και οι κοινότητες, αλλά και των ανθρώπων που συνδέονται με αυτά, όπως είναι οι μικροϊδιοκτήτες και οι αγρότες.

Βέβαια, όλος αυτός ο από-εδαφοποιημένος λόγος είναι μία φενάκη. Φαίνεται από την περιχαράκωση των εχόντων και κατεχόντων σε συγκεκριμένα προάστια των πόλεων, ή τη φρενίτιδα απόκτησης ακινήτων σε κεντρικές συνοικίες. Οι γιγάντιες κοσμοπόλεις του μέλλοντος, οι οποίες καυχώνται για την πολυπολιτισμικότητά τους και τη παγκόσμια διασύνδεση που τους επιτρέπει να περιφρονούν την ταπεινή εθνική ενδοχώρα, στηρίζονται στο ίδιο το εθνικό έδαφος και σε συγκεκριμένες χερσαίες και θαλάσσιες οδούς για τον ανεφοδιασμό τους, για να μην επεκταθούμε στους τομείς της άμυνας και της ενέργειας.  Οι πρόσφατοι πόλεμοι, όπως στην Ουκρανία, και οι κρίσεις σε κομβικές συγκοινωνιακές διόδους όπως στο Σουέζ (πρώτα με την προσάραξη του φορτηγού πλοίου Evergiven και τώρα με τις επιθέσεις των Χούθι στη ναυσιπλοΐα της Ερυθάς θάλασσας), δείχνει πόσο μεγάλη σημασία έχει η κατοχή εδάφους και ο έλεγχος των εμπορικών και ενεργειακών διαδρόμων. Ακόμη και οι υποτίθεται άυλες ψηφιακές επικοινωνίες στηρίζονται σε υποθαλάσσια καλώδια, τα οποία μπορούν πολύ εύκολα να διαταραχθούν από αντίπαλες δυνάμεις. Σε μία εποχή υπερυψηλών τεχνολογικών μέσων, ειδικά στον πόλεμο, η επικράτηση στην διαπάλη ΗΠΑ και Ρωσίας για τη «μεγάλη σκακιέρα» της Ευρασίας στηρίζεται σε πολυάριθμες δυνάμεις επιστράτων, οι οποίοι δίνουν μάχες χαρακωμάτων σε αγρούς και ερειπωμένες κωμοπόλεις της ανατολικής και νότιας Ουκρανίας, σε μία τραγική επανάληψη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στο εσωτερικό των δυτικών κρατών, ο όξυνση της σχέσης κέντρου-περιφέρειας και πόλεων-υπαίθρου φαίνεται στις διαδοχικές αγροτικές εξεγέρσεις της Ολλανδίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας, καθώς και στις πολυσυζητημένες εκλογικές αναμετρήσεις του 2016, που έφεραν το Brexit στη Μεγάλη Βρετανία και την προεδρία Trump στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα μέτρα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, θέμα ύψιστης ηθικής (πέραν της πρακτικής) σημασίας για το σύμπλεγμα πολιτικής-δημοσιογραφίας-κόσμου του θεάματος, επιτάσσουν αφ’ ενός θυσίες που πλήττουν δυσανάλογα τους περιφερειακούς και αγροτικούς πληθυσμούς, αφ’ ετέρου την εξουσιοδότηση διεθνών οργανισμών για την επιβολή εθνικής πολιτικής, προκαλώντας αντιδράσεις. Η πανδημία του κορωνοϊού, τέλος, και οι δυσκολίες που έφεραν οι εγκλεισμοί και ο περιορισμός των μεταφορών, έδειξε τη σημασία που έχει η ασφάλεια της εφοδιαστικής αλυσίδας και η εξασφάλισης πως η κατασκευή των προϊόντων και η πρόσκτηση των πρώτων υλών γίνονται σε μία ακτίνα γεωγραφικής εγγύτητας και σε οικείο ή συμμαχικό έδαφος.

Σε ψυχολογικό επίπεδο ο κοσμοπολιτισμός προτάσσει την ελευθερία της ανεστιότητας, της δίχως συνέπειες εναλλαγής ταυτοτήτων και της ανάπτυξης της προσωπικότητας χωρίς περιορισμούς. Η αντίδραση απαντά με τις αξίες του ριζώματος στη γη και την κοινότητα, της κοινής μοίρας των συμπολιτών και της έμπρακτης υπεράσπισης των κεκτημένων. Η ίδια η έννοια της υπεράσπισης απαιτεί την ανάπτυξη, διά της οικογένειας και της εκπαίδευσης, ενός ηρωικού προτύπου, όλως ασύμβατου με το σύγχρονο ηδονοθηρικό και ατομικιστικό πνεύμα. Η επανεμφάνιση των παλαιών απειλών στον ορίζοντα της ξέγνοιαστης δυτικής Ευρώπης απέδειξε πόσο ανέτοιμες είναι οι περισσότερες χώρες για την αντιμετώπιση των προκλήσεων, οι οποίες αποτελούσαν κανονικότητα για το σύνολο της ανθρώπινης ιστορίας και μόνο προσωρινά υποχώρησαν στο διάλειμμα ευημερίας και σταθερότητας που διαδέχθηκε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.  Στην Ελλάδα, ο απόλυτος αθηνοκεντρισμός και η περιφρόνηση της «οπισθοδρομικής επαρχίας» (στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η υποβαθμισμένη Θεσσαλονίκη) εμποδίζει κάθε συζήτηση στο επίπεδο κέντρου-περιφέρειας, ενώ η ίδια η Αθήνα, καρικατούρα κοσμόπολης, αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα βιωσιμότητας. Η λογική της πόλης κράτους μίας αόρατης παγκόσμιας αυτοκρατορίας, λογικό είναι να ξεχνά την εθνική ενδοχώρα, τα απειλούμενα σύνορά της, τις κακουχίες των κατοίκων τους, ως και τις εντεινόμενες φυσικές καταστροφές.


*διεθνολόγος, κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου Βυζαντινής Ιστορίας από το Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Χρήστος Γιανναράς, Η Ευρώπη γεννήθηκε από το "Σχίσμα", Ίκαρος, Αθήνα 2015.
  • Rene Guenon, Η Κρίση του Σύγχρονου Κόσμου, εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα 2013.
  • Κωνσταντίνος Γκίνης, "Θρησκεία. Θρησκευτική Αναγέννηση και Διεθνής Πολιτική", στο Πολιτική Θεολογία – Εσχατολογία, Ιστορία και το Μυστήριο των Εσχάτων (συλλογικό), Αρμός, Αθήνα 2023.
  • Γιώργος Καραμπελιάς, Η Θεμελιώδης Παρέκκλιση - Διαφωτισμός και Ρομαντισμός στον Εικοστό Πρώτο αιώνα, Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα 2019.
  • Κώστας Παπαϊωάννου, Η αποθέωση της ιστορίας, Θεωρἰα 14, Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα 1992.
  • Δημήτρης Πεπόνης, Το τέλος της Μεγάλης Παρέκκλισης - Από την Ουκρανία και την πανδημία στη νέα πλανητική τάξη, Τόπος-Meta, Αθήνα 2023.
  • Ιωάννης Δ. Σαρρής, Αναζητώντας το κλειδί της ιστορίας - Μελετήματα για τη φιλοσοφία και τη μεταφυσική της ιστορίας, Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2024.
  • Oswald Spengler, Ο Άνθρωπος και η Τεχνική - Συμβολή σε μία φιλοσοφία της ζωής, Μάγμα, Αθήνα 2019.

Εικόνα: Καραβούζης Σαράντης, Νεκρή φύση με επίγραμμα
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Πόσο ελληνική ήταν η βυζαντινή Μικρά Ασία; Εθνογραφική ανάλυση

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος* Η Μικρά Ασία είναι χώρος με κολοσσιαίο βάρος για τον ιστορικό Ελληνισμό και κυριαρχεί στο φαντασια...