Σάββατο 1 Ιουνίου 2024

Διαβολικά σημεία που φανήκανε στην Ανατολή, όταν την πάτησε ο Ταμερλάνος (Φώτης Κόντογλου)


Απόσπασμα από το έργο του Φώτη Κόντογλου, "Εξ Ανατολών πνεύματα ωργισμένα" (Στην συλλογή Ο Θεός Κόνανος, εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ. 56-59). (Ο τίτλος της ανάρτησης είναι του αντιγραφέα)

Ωστόσο, στη Σεβάστεια φανερωθήκανε εκατομμύρια φαντάσματα και τελώνια, που δεν φανήκανε σε κανένα άλλο μέρος, άγρια και κακά, τόσο που για κάμποσον καιρό ρήμαξε η πολιτεία. Σ’ αυτόν τον τόπο ο Μεγάλος Λύκος είχε θάψει ζωντανούς τέσσερες χιλιάδες Αρμενέους καβαλλάρηδες κι άλλους πολλούς. Βγαίνανε δε οι βρουκολάκοι ίδιοι σκαντζόχεροι κουλουριασμένοι, γιατί πριν τους θάψουνε τους είχανε δέσει με τα κεφάλια ανάμεσα στα σκέλια τους, και μ’ αυτό το σχέδιο βγαίνανε οι ψυχές τους και ουρλιάζανε.

Απόξ’ από το Χαλέπι ήτανε μια τούμπα σα χαμοβούνι, και δεν ζύγωνε κανένας σε κείνο το μέρος, γιατί ήτανε στοιχειωμένο. Κ’ ήτανε στ’ αλήθεια, γιατί κάτ’ από το χώμα αυτή η τούμπα ήτανε κανωμένη από κορμιά ανθρώπων κι’ από ελέφαντες κ’ από άλογα, όλοι με τάρματά τους, παστωμένοι στον πόλεμο που κάνανε οι Τάταροι καταπάνου στο Χαλέπι. Αλλά και σ’ άλλες μεριές κοντά στην πολιτεία είχανε θαφτεί άντρες, γυναίκες, γέροι και παιδιά, γιατί δεν άφησε ζωντανή ψυχή ο Ταμερλάνος.

Η αρχαία Επιφάνεια κ’ η Έδεσσα, από το πολύ το αίμα γινήκανε κατοικητήρια των δαιμόνων. Στην Ηλιούπολη, σε κάθε σπίτι, σε κάθε βρύση, σε κάθε δέντρο, φωλιάζανε αμέτρητο σμάρι τελώνια. Στα γκρεμνισμένα χτίριά της, που καθόντανε χλιμιντρίσματα απ’ άλογα, και μουγκρίσματα κι αναφτερουγίσματα και θρηνητική ψαλμωδία, σα να δυσούσε άνεμος μέσα στα χαλάσματα. Οι αράχνες ήτανε μεγάλες σαν αραποκαρύδες, κ’ είχανε πρόσωπο ανθρωπινό.

Αλλά τα περισσότερα διαβολικά σημεία και φαντάσματα φανερωθήκανε κατά το έτος 1405 σ’ έναν κάμπο λεγόμενον Τζιβουκαβάντ, τρία χρόνια ύστερ’ από τον μεγάλο πόλεμο πώγινε σ’ αυτό το μέρος ανάμεσα στους τατάρους και στους Τούρκους. Επί κάμποσα χρόνια βγαίνανε σ’ αυτόν τον διαβολότοπο πλήθος καβαλλαρέοι, με σιδεροπουκάμισα και με περικεφαλαίες φοβερές, κ’ η γης έτρεμε από το ποδοβολητό, κι αχολογούσε ο τόπος από τα χουγιαχτά κι από το βρόντο που κάνανε τάρματα και τα νταούλια, κι από τα χλιμιντρίσματα των αλόγων. Φανερωνόντανε πολλές φορές και κατά το μεσημέρι, μέσα στο τηγάνισμα του ήλιου, και σηκώνανε πολλή σκόνη και κουρνιαχτό. Στον αγέρα σφυρίζανε σαγίτες, σα να σφεντονιζόντανε εκατομμύρια φίδια. Μαζί με τους πολεμιστές βγαίνανε από τη γης και κάμποσοι ελέφαντες έχοντας αψηλά και βογκώντας τρομαχτικά, καβαλλικεμένοι από δαιμόνια. Τη νύχτα ακουγότανε μονάχα η οχλοβοή, τα σπαθιά κ’ οι σαγίτες. Το χώμα είχε γίνει σαν καβουρντισμένο σ’ αυτό το μέρος, δίχως πράσινο φύλλο.

Αυτός ο κάμπος βρίσκεται κατά τα βορεινά της Άγκυρας, κοντά σ’ ένα βουνό λεγόμενο Στέλλα. Εκεί χτυπηθήκανε οι Τάταροι κ’ οι Τούρκοι, από τη μια μεριά ο Τιμούρ ο λεγόμενος Σίδερο και Μεγάλος Λύκος Γκουργκάν, , κι από την άλλη μεριά ο σουλτάν Μπαγιαζήτ ο λεγόμενος Γιλντιρίμ, που θα πει Αστροπελέκι.

Ο Ταμερλάνος ήτανε τότε γέρος, κ’ είχε ανάμεσα στους πολεμάρχους του τους τέσσερις γυιούς του και πέντε εγγονούς, ο δε Μπαγιαζήτ είχε καπετανέους τους πέντε γυιούς του. Οι στρατιώτες ήτανε Τούρκοι, Τάταροι, Τουρκομάνοι, Σέρβοι κι άλλες φυλές, όλοι τους αιμοβόροι και θηριόψυχοι και λυσσασμένοι να φάνε τα κρέατά τους. Για τούτο κείνος ο κάμπος είδε τέτοια σφαγή που τρόμαξε, κι από τότε απόμεινε καταραμένος και στοιχειωμένος. Το χώμα ανακατεύτηκε με τριμμένα κόκκαλα, και σαν έβρεχε βρωμούσεο τόπος πολλά χρόνια υστερώτερα. Δω και κει βρίσκανε οι καμηλιέρηδες σπαθιά λυωμένα και ταρκάσια, χάμουρα, πέταλα και χαλκάδες των αυτιών...


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Πόσο ελληνική ήταν η βυζαντινή Μικρά Ασία; Εθνογραφική ανάλυση

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος* Η Μικρά Ασία είναι χώρος με κολοσσιαίο βάρος για τον ιστορικό Ελληνισμό και κυριαρχεί στο φαντασια...