Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Ασφάλεια βόρειων συνόρων και ασύμμετρες απειλές

ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:  Νέα Πολιτική 22-7-2015

Η μέριμνα για την εθνική άμυνα και την υπεράσπιση των εξωτερικών συνόρων της χώρας οφείλει να είναι διαρκής και εντατική προς κάθε κατεύθυνση, δια παν ενδεχόμενο και ανεξαρτήτως συνθηκών.  Καμία γεωγραφική κατεύθυνση και περιοχή δεν πρέπει να παραμελείται.  Έτσι λοιπόν, παρ” ότι το κύριο βάρος του ελληνικού αμυντικού σχεδιασμού πέφτει (ορθώς) στον ανατολικό κίνδυνο, τα βόρεια-βορειοδυτικά σύνορα με την Αλβανία και την ΠΓΔΜ δεν πρέπει να αφεθούν στην τύχη τους.
Εξετάζοντας κανείς την κατάσταση, φαίνεται ότι το επίπεδο συμβατικής απειλής είναι χαμηλό.  Ναι μεν οι σχέσεις της Ελλάδος με τους δύο γείτονες δεν είναι οι πλέον αγαθές λόγω του αλυτρωτισμού των, δεν έχει μέχρι στιγμής αποτυπωθεί απειλή προς την εθνική ασφάλεια.  Άλλωστε οι ένοπλες δυνάμεις των χωρών αυτών είναι μικρού μεγέθους και μετρίας ποιότητος εξοπλισμού, στερούνται δε αεροπορίας.
Οι βασικότερες από βορράν απειλές είναι ασύμμετρες στην φύση.  Πρόκειται για την εισροή όπλων, ναρκωτικών και λαθραίων ειδών από τους μηχανισμούς του οργανωμένου εγκλήματος.  Τις συμμορίες Αλβανών ληστών που τρομοκρατούν τα μεθοριακά χωριά.  Για τη διακίνηση ανθρώπων και παρανόμων μεταναστών, τόσο προς όσο και από την Ελλάδα.
Ταυτόχρονα και πιο ανησυχητικά, η αποσταθεροποίηση της ΠΓΔΜ και οι εθνοτικές συγκρούσεις αλβανοφώνων και σλαβοφώνων δημιουργούν επιπλέον εστίες κινδύνου.  Η αφύπνιση αλβανικών τρομοκρατικών και παραστρατιωτικών ομάδων συνιστά ευθεία απειλή για την Ελλάδα, καθώς η Ήπειρος βρίσκεται δεδηλωμένα στο στόχαστρο των παραφυάδων του UCK.  Ακόμη χειρότερα, αν η ένταση στην ΠΓΔΜ κλιμακωθεί σε ανοικτή εξέγερση ή ανταρτοπόλεμο (όπως το 2001), τότε θα δημιουργηθεί κύμα προσφύγων και θα αυξηθούν οι απόπειρες παραβίασης των συνόρων από ληστές, διακινητές όπλων κ.α.  Τέλος, έχει αυξηθεί η δραστηριότητα ακραίων ισλαμικών μορφωμάτων και οργανώσεων ανάμεσα στους μουσουλμάνους των Βαλκανίων, κάτι που χρήζει της προσοχής των ελληνικών αρχών.
Η απάντηση του ελληνικού κράτους στις παραπάνω προκλήσεις πρέπει να είναι πολύπλευρη.  Σε επίπεδο συμβατικής στρατηγικής, αναγκαία είναι η αναδιοργάνωση των στρατιωτικών σχηματισμών της περιοχής για να ανταποκριθούν στην απειλή.  Οι υπάρχουσες μεραρχίες/ταξιαρχίες πρέπει να αναδιαρθρωθούν, επανεκπαιδευτούν και εξοπλιστούν για τις ανάγκες ορεινού αγώνα, αντι-ανταρτοπολέμου (COIN-counterinsurgency) και αγώνα εντός κατοικημένων τόπων.  Λόγω της αποστολής τους χρειάζεται να είναι σχηματισμοί ευέλικτοι, με τα απαραίτητα μέσα μάχης, μεταφοράς και πυρών υποστήριξης.
Το βασικότερο όμως είναι η ενίσχυση της Αστυνομίας, και δη της Συνοριοφυλακής.  Οι δυνάμεις της θα επωμισθούν το μεγαλύτερο μέρος της προσπάθειας “σφραγίσματος” της μεθορίου, με περιπολίες και επανδρώσεις φυλακίων.  Σχέδια θωράκισης των συνόρων με φράκτη ή άλλα κωλύματα στα πρότυπα του Έβρου πρέπει να εξετασθούν.  Επιπλέον αστυνομικές δυνάμεις πρέπει να ταχθούν στη ζώνη εσωτερικού, για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας και τη διεξαγωγή επιχειρήσεων ορεινής καταδίωξης, όπως προ διετίας με τη συμμορία Κόλα-Κούπα.  Οι αναβαθμισμένες αστυνομικές δυνάμεις των συνόρων και του εγγύς εσωτερικού, με ημιστρατιωτική οργάνωση και εκπαίδευση, προστατευμένα μεταφορικά μέσα και βαρύτερο οπλισμό, αποτελούν απαραίτητη επένδυση στην εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια (εδώ η πρόταση προσαρτάται με την ευρύτερη συζήτηση για την ανάγκη επανασύστασης της Χωροφυλακής).
Στους σημερινούς καιρούς της οικονομικής καχεξίας και της πολιτικής αναταραχής η φροντίδα για το υπέρτατο αγαθό, την ασφάλεια, δεν πρέπει να ατονήσει.  Ένας σοβαρός, μεσοπρόθεσμος σχεδιασμός για την ασφάλεια των βορείων συνόρων υπ” όψιν των αρμοδίων υπουργείων θα οδηγήσει στο κλείσιμο ενός κενού στην ημετέρα αμυντική διάταξη και πρακτικά θα θωρακίσει τα νώτα της Ελλάδος.

Ξένοι και μειονότητες στο Βυζάντιο


ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:  Νέα Πολιτική 16-9-2015

Η Βυζαντινή αυτοκρατορία υπήρξε, σχεδόν καθ” όλην τη διάρκεια της ιστορίας της, κράτος με εξαιρετική ποικιλία εθνοτήτων, λαών και γλωσσών. Σε μία εποχή που δεν είχε ακόμη δημιουργηθεί η έννοια του έθνους κράτους, ούτε τα θεωρητικά ρεύματα που τη γέννησαν (γαλλικός πολιτειακός εθνικισμός, γερμανικός ρομαντικός εθνικισμός), οι ταυτότητες των ανθρώπων ήταν πολύ πιο ρευστές από ό,τι σήμερα. Έτσι, εξίσου ρευστή και θολή ήταν η διαχωριστική γραμμή μεταξύ εντοπίου και ξένου, Ρωμαίου και βαρβάρου. Σε έναν καιρό χωρίς οργανωμένη ανθρωπολογική και εθνογραφική επιστήμη, χωρίς σαφώς διαχωρισμένα σύνορα και με τις πληθυσμιακές μετακινήσεις τόσο των εσωτερικών πληθυσμών όσο και εξωτερικών μεταναστών διαρκείς, το τότε περιβάλλον διέφερε σημαντικά από το τρέχον. Εδώ θα αναφερθούμε στα δεδομένα προ της αλώσεως του 1204, διότι μετά από αυτήν απωλέσθη κατά το μείζον η πολυεθνικότητα του Βυζαντίου και έχουμε τα πρώτα σημάδια ενός πρωίμου “ρωμαϊκού εθνικισμού” με έμφαση στους εθνικά Έλληνες και όχι στην παλαιά οικουμενικότητα.

Μεσαιωνική τέχνη και εφευρέσεις



ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:  Νέα Πολιτική

Γ' ΜΕΡΟΣ

Ο Μεσαίωνας έχει να επιδείξει κάποια από τα ωραιότερα δείγματα αρχιτεκτονικής, λογοτεχνίας και καλών τεχνών.  Οι άνθρωποι της εποχής, παρά τα πενιχρά τους μέσα, ανήγειραν κάποια από τα εντυπωσιακότερα μνημεία του ανθρωπίνου πολιτισμού.  Οι μεγάλοι γοτθικοί και ρωμανικοί καθεδρικοί ναοί της δύσης, όπως και οι θαυμάσιες εκκλησίες των Βυζαντινών ακόμη και σήμερα αποτελούν χάρμα οφθαλμών για όλον τον κόσμο.  Καθ” όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα γλύπτες, ξυλουργοί, ζωγράφοι, χρυσοχόοι και υαλουργοί εργάστηκαν και μας άφησαν κληρονομιά εξεζητημένα κοσμήματα, λεπτοδουλεμένα αγάλματα, θαυμάσιες εικόνες και μαγευτικά, πολύχρωμα βιτρώ (οι Δυτικοί) και ψηφιδωτά (οι Βυζαντινοί).  Τα μεσαιωνικά χειρόγραφα είναι αληθινά κομψοτεχνήματα καλλιγραφίας και ζωγραφικής.  Και ομιλώντας για ζωγραφική, ποιος άνθρωπος με τη στοιχειώδη αισθητική δε αναριγεί στη θέα της Θεοτόκου του Βλαδιμίρ, του Ευαγγελισμού της Αχρίδος ή των πινάκων του Τζιότο;

Φθάνοντας στη γραμματεία παρατηρούμε ότι παρά τον υψηλό αναλφαβητισμό, το φιλολογικό απόθεμα από την εποχή είναι τεράστιο.  Ιστορικά έργα, χρονογραφίες, ιατρικοί οδηγοί, συλλογές ύμνων, ποιήματα και παραμύθια συνθέτουν ένα σκηνικό τεράστιας γραμματειακής παραγωγής.  Η παραγωγή αυτή φθάνει από τα ακριτικά έπη του Βυζαντίου, τις Ιστορίες του Καντέρμπουρυ και τα ιπποτικά μυθιστορήματα, μέχρι τη Θεία Κωμωδία του Δάντη, το Χρονικό του Μορέως και την Πανοπλία Δογματική.  Η μουσική γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη, τόσο στο σχεδιασμό της (νότες, αρμονία), όσο και στο αποτέλεσμα:  μέχρι σήμερα μελετώνται και ακούγονται ευχάριστα τα έργα της μεσαιωνικής μουσικής, από τους βυζαντινούς και λατινικούς γρηγοριανούς ψαλμούς μέχρι τους ζωηρούς, κεφάτους ρυθμούς που τραγουδούσαν οι τροβαδούροι στα πανηγύρια της Γαλλίας και της Γερμανίας.

Ιδίως από τα μέσα προς τα τέλη της, η εξεταζόμενη εποχή έχει να παρουσιάσει πλήθος εφευρέσεων και γενικά καινοτομιών, που συνέβαλαν στη μετέπειτα τεχνική και υλική πρόοδο του ανθρώπου.  Σαν εποχή με πολλούς πολέμους και διαρκείς απειλές ασφαλείας (ενσαρκωμένες στο Σαρακηνό πειρατή και το Βίκινγκ επιδρομέα ή στις ορδές των Μαγυάρων και των Σελτζούκων), ο Μεσαίωνας γνώρισε αλματώδη πρόοδο της τεχνολογίας των όπλων.  Το μακρύ τόξο της Ουαλίας, η βαλλίστρα και  οι καταπέλτες με αντίβαρο (τρεμπουσέτο) έφεραν επανάσταση στην μάχη εξ αποστάσεως, ενώ οι τελειότατες πανοπλίες-αριστουργήματα της σιδηρουργίας-και τα μεγάλα ξίφη εξόπλισαν τους θρυλικούς ιππότες, από τους καλύτερους πολεμιστές της ιστορίας.  Μπορεί να μοιάζει οξύμωρη η ανάπτυξη των φονικών οργάνων του πολέμου ως θετική εξέλιξη, αλλά πρέπει να λάβει κανείς υπ” όψιν ότι εκείνη την εποχή η Ευρώπη δεν ήταν το κέντρο του κόσμου.  Ήταν η εξαιρετική εκπαίδευση, το ανώτερο υλικό και η υψηλότερη μαχητική ικανότητα που επέτρεψαν στους Βυζαντινούς και τους Δυτικούς να ανταπεξέλθουν στις περιοδικές εισβολές των δυνάμεων της Ασίας, που πολλάκις λίγο έλλειψε να καταπιούν τη Γηραιά Ήπειρο.

Ο μεσαιωνικός άνθρωπος υπήρξε εξαιρετικά καινοτόμος, κατασκευάζοντας διαρκώς νέα εργαλεία και μηχανές ή βελτιώνοντας αρχαία.  Συχνά κάποιες από αυτές τις κατασκευές είχαν ασιατική προέλευση, αλλά στον μεσαιωνικό Ευρωπαίο πιστώνεται η πρωτότυπη και μαζική χρήση τους, που βοήθησε στην ανάπτυξη της Γηραιάς Ηπείρου ως πρώτης οικονομικής και τεχνικής δύναμης στον κόσμο.  Οι αρχαίοι νερόμυλοι αναβαθμίστηκαν και πέρα από την αλευροποιία πλέον έθεταν σε κίνηση πριονιστήρια, σιδηρουργεία και λατομεία.  Η εφεύρεση των ανεμόμυλων έδωσε τεράστια ώθηση στη γεωργία.  Κατασκευάστηκε η χειράμαξα εργασίας, η τετράτροχη άμαξα, το τροχοφόρο υνί, τα άλογα απέκτησαν κολλάρα έλξης και πέταλα, ενώ στήθηκαν οι πρώτες πρέσες οινοποιείων.  Πολύπλοκοι γερανοί νοήθησαν στην ανέγερση μεγαλοπρεπών κτηρίων, ενώ δημιουργήθηκαν τα πρώτα τζάκια με καπνοδόχους όπως τα γνωρίζουμε σήμερα.  Η μέτρηση της ώρας έγινε ευκολότερη με τις κλεψύδρες άμμου και τα μηχανικά ρολόγια.  Η τριζωνική καλλιέργεια και η αγρανάπαυση έκαναν τη γη πιο προσοδοφόρα και τις σοδειές πιο πλούσιες.  Οι Ευρωπαίοι παρουσίασαν αξιοθαύμαστη πρόοδο στη ναυπηγική, η οποία παρήγαγε νέα είδη πλοίων, καταλλήλων είτε για τις ανοικτές θάλασσες του Ατλαντικού είτε για την πολυσχιδή, νησιωτική ακτογραμμή της Μεσογείου.

Η μεσαιωνική Εκκλησία: δύναμη εκπολιτισμού



ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:  Νέα Πολιτική 4-11-2015

Η επίθεση στο Μεσαίωνα συνοδεύεται από μία γενική καταδίκη του Χριστιανισμού και της Εκκλησίας.  Η τακτική αυτή ξεκινά από το Βολτέρο και το Γίββωνα, κατά τους οποίους ο Χριστιανισμός συνέβαλε στην παρακμή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και έπνιξε το κλασσικό δημιουργικό πνεύμα, ενσταλάζοντας στις ψυχές των ανθρώπων τη δεισιδαιμονία, την αμάθεια και το φόβο να σκεφθούν ελεύθερα.  Κατά το μεγαλύτερο μέρος της η κριτική αυτή συνίσταται από χονδροειδείς υπερβολές ή και ξεκάθαρα ψέματα.  Οι αρχαίες θρησκείες είχαν ήδη εκφυλιστεί και παρακμάσει, κάτι που συνέβαλε πολύ στη ραγδαία εξάπλωση του Χριστιανισμού.  Οι ιστορίες περί διωγμών των Εθνικών και καταστροφών των μνημείων τους έχουν ιστορική βάση και πολλά ήταν αυτά τα περιστατικά.  Όμως κατά πλειοψηφία ήταν μεμονωμένες ενέργειες μαινομένων όχλων, και όχι πράξεις εντός σχεδίου οργανωμένου από την Εκκλησία, η οποία πολλάκις καταδίκασε τέτοιες πρακτικές.

Κατά κανόνα, οι Χριστιανοί δεν ήταν αμόρφωτοι βάρβαροι που κατέστρεφαν έργα τέχνης και έκαιγαν αρχαία συγγράμματα.  Οι πρώιμοι εκκλησιαστικοί πατέρες ήταν όλοι γνώστες της κλασσικής φιλοσοφίας την οποία αξιοποίησαν για να διασαφηνίσουν και να καθορίσουν τα δόγματα της νεαρής θρησκείας.  Συνιστούσαν στους νέους να μελετούν με σπουδή Πλάτωνα, Αριστοτέλη και πολλούς άλλους συγγραφείς, με μόνη επιφύλαξη να μην παρασύρονται σε αντιχριστιανικές απόψεις.  Χιλιάδες μοναστήρια από την Ιρλανδία ως τη Μικρά Ασία έγιναν κυψέλες συντήρησης της αρχαίας γνώσης, με τους μοναχούς να αντιγράφουν μεθοδικά και ακούραστα χιλιάδες τόμους κλασσικής γραμματείας.  Ιδίως στο Βυζάντιο, όπου δε μεσολάβησε βαρβαρική κατάκτηση και οι δεσμοί με το ελληνορωμαϊκό παρελθόν ήταν άθικτοι και ισχυροί, η κλασσική μόρφωση τιμάτο εξαιρετικά.  Τα παιδιά μάθαιναν γραφή και ανάγνωση με Αίσωπο και Όμηρο, ενώ αργότερα εντρυφούσαν στους μεγάλους ιστορικούς και φιλοσόφους.  Η Κωνσταντινούπολη, πρωτεύουσα της οικουμενικής Χριστιανοσύνης, ήταν γεμάτη με αρχαία αγάλματα και πλούσιες βιβλιοθήκες.

Για τη μεσαιωνική Ευρώπη ο Χριστιανισμός ήταν ευλογία, όχι μόνο πνευματική, αλλά και πρακτική.  Η Εκκλησία ήταν η μόνη σταθερή δομή σε έναν κόσμο χαώδη.  Συντηρούσε δίκτυα πρόνοιας με νοσοκομεία, γηροκομεία και πτωχοκομεία, λειτουργούσε σχολεία και παρείχε εργασία και προστασία.  Ήταν μία αρχή που έδινε ενότητα στους Ευρωπαίους, και συχνά μεσολαβούσε για συνεννοήσεις, συνασπισμούς και επίλυση διαφορών.  Ήταν δύναμη εκπολιτιστική, που έβγαζε από την πρωτόγονη αμάθεια ολόκληρους λαούς, από τους Σκανδιναβούς και τους Γερμανούς στη δύση ως τους Ρώσους στην ανατολή.  Οι λαοί αυτοί χάρις στο Χριστιανισμό απέκτησαν αλφάβητο (το κυριλλικό επινοήθηκε ειδικά για τους Σλάβους, ενώ σε άλλους εισήχθη το λατινικό), φιλολογική παραγωγή, εκπαίδευση και τη δυνατότητα αλληλεπίδρασης με τη χριστιανική οικουμένη.  Ταυτόχρονα η παγίωση των χριστιανικών αρχών εξανθρώπισε το σύστημα δικαίου.  Οι υπερεξουσίες του pater familias περικόπηκαν και δόθηκε μεγαλύτερη μέριμνα για τις γυναίκες και τα παιδιά, η παλλακεία καταργήθηκε, η δουλεία περιορίστηκε και ενισχύθηκε η ιδέα της φροντίδας για τους πτωχούς.  Η κατάσταση ήταν κάθε άλλο παρά τέλεια, αλλά δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς τη μεγάλη κοινωνική βελτίωση.  Ακόμη και οι προλήψεις και οι δεισιδαιμονίες που διακατείχαν τους περισσότερους μεσαιωνικούς ανθρώπους, ήταν οι πιο πολλές προχριστιανικές και η Εκκλησία αγωνίστηκε να τις εκριζώσει, αν και συνήθως χωρίς επιτυχία.

Στην Εκκλησία χρωστούμε και την ευρύτερη αναβίωση της μάθησης και του ανθρωπιστικού πνεύματος στον Ύστερο Μεσαίωνα που οδήγησε στην Αναγέννηση.  Στη Δύση όλα τα πανεπιστήμια ιδρύθηκαν και λειτούργησαν από την Εκκλησία, ενώ πλήθος λογίων και επιστημόνων ήταν και κληρικοί (Αλβέρτος ο Μέγας, Νικόλαος της Κούζα κτλ).  Στο Βυζάντιο η ανώτερη εκπαίδευση ήταν κατά κύριο λόγο υπό κρατικό-κοσμικό έλεγχο, αλλά και εκεί οι πιο διαπρεπείς καθηγητές του Πανδιδακτηρίου ήταν κληρικοί, όπως ο Φώτιος, ο Λέων Μαθηματικός και ο Ξιφλίνος.  Η φιλοσοφία, τα ελληνικά και τα λατινικά, η λογική και τα μαθηματικά, η ιατρική και η θεολογία άνθησαν σε αυτά τα ιδρύματα. Τέλος, στη Δυτική Εκκλησία χρωστούμε την αναβίωση του θεάτρου, με τα “σκετς” στις ακολουθίες της Ανάστασης και των Χριστουγέννων να εξελίσσονται σε αληθινές παραστάσεις με εξεζητημένα σκηνικά και επαγγελματικούς θιάσους.  Το λεγόμενο “λειτουργικό δράμα” είναι πρόγονος του συγχρόνου θεάτρου.

Σε καμία περίπτωση η Εκκλησία, ιδίως αυτή της Ρώμης, δεν απαλάσσεται από τις ευθύνες της για πληθώρα σκοτεινών στιγμών της χριστιανικής ιστορίας.  Χρειάζεται όμως η ανάγνωση και μελέτη να γίνει χωρίς προκαταλήψεις, λαμβάνοντας υπ” όψιν τις τότε συνθήκες και αναγκαιότητες, και φυσικά διαχωρίζοντας τις πράξεις των χριστιανών από τις πράξεις της Εκκλησίας.  Χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πόσο διαφορετικά είναι αυτά τα δύο αποτελούν οι αντισημιτικές σφαγές του 1095 στη Γερμανία.  Ενώ οι αποστάτες σταυροφόροι περνούσαν από πόλη σε πόλη σφάζοντας Εβραίους, οι τοπικοί επίσκοποι έδωσαν έναν τιτάνιο αγώνα για να τους αποκρούσουν και να προστατεύσουν τις ιουδαϊκές κοινότητες.

Μεσαίωνος απολογία ή πως να καταστρέψεις την υπόληψη μιας χιλιετίας



ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:  Νέα Πολιτική 28-10-2015

Α' ΜΕΡΟΣ

Στη συνείδηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των ανθρώπων, δεν υπάρχει ιστορική εποχή τόσο παρεξηγημένη και περιθωριοποιημένη όσο ο Μεσαίωνας.  Η αντίληψη αυτή, παρ” ότι τις τελευταίες δεκαετίες έχει χάσει έδαφος στον ακαδημαϊκό χώρο, στο ευρύ κοινωνικό πεδίο ζει και βασιλεύει ως μία ολοκληρωτική απαξίωση στην ιστορία των ανθρώπων του Μεσαίωνα και τη συμβολή τους στην πρόοδο και την εξέλιξη του πολιτισμού.  Μία υπερχιλιετής περίοδος (476-1485) απορρίπτεται συλλήβδην ως καιρός οπισθοδρόμησης, όπου τίποτε δεν ανθούσε πέρα από τη βία και το φανατισμό, τη δεισιδαιμονία και τη δυστυχία.  Απεικονίζεται ως η εποχή που η ανθρωπότητα πάγωσε και εξαχρειώθηκε σε εξαιρετικά πρωτόγονα επίπεδα, που κάθε τι καλό έσβησε, μέχρι να έρθει η Αναγέννηση.

Γιατί όμως υφίσταται αυτή η αντίληψη;

Η πρώτη απάντηση προέρχεται από την παρατήρηση της ιστορικής πραγματικότητας.  Διότι, αλήθεια, ο Μεσαίωνας είχε πάρα πολλά σκοτεινά σημεία.  Συγκεκριμένα, συγκρινόμενος με τη ρωμαϊκή εποχή, ο δυτικοευρωπαϊκός Μεσαίωνας μοιάζει πολιτικά υποδεέστερος και κοινωνικοοικονομικά υπανάπτυκτος:  εδαφική πολυδιάσπαση σε διαρκώς αντιμαχόμενα κρατίδια, παρακμή των πόλεων και του αστικού πολιτισμού, νέκρωση του εμπορίου, επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης, μικρή επιστημονική πρόοδος, όλα αυτά ήταν φαινόμενα ενδημικά σε πολλές περιοχές και για μεγάλο χρονικό διάστημα.  Ο όρος “σκοτεινοί χρόνοι” μπορούμε να πούμε πως αληθώς ταιριάζει στη Δύση τους πρώτους 3-4 αιώνες, πριν την έλευση του Καρλομάγνου.

Η δεύτερη απάντηση είναι η συστηματική και μακροχρόνια προπαγάνδα εναντίον της μεσαιωνικής ιστορίας από όλους τους μεταγενεστέρους.  Πρόκειται για το τυπικό σύμπλεγμα ανωτερότητας των ανθρώπων σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές.  Οι νέες πολιτικές εξελίξεις, οι κοινωνικοί μετασχηματισμοί και τα διανοητικά ρεύματα μετά τον 15ο αιώνα δημιούργησαν έναν κόσμο πολύ διαφορετικό, ο οποίος ένιωθε την ανάγκη να επιβληθεί επί της μεσαιωνικής ανάμνησης.  Οι βασιλείς συνέκριναν τις συγκεντρωτικές απολυταρχίες τους με τη χαώδη φεουδαρχία και οι αστοί την εκχρηματισμένη εμπορική οικονομία με την αγροτική κοινωνία.  Καθώς ο Μεσαίωνας της Δυτικής Ευρώπης σημαδεύτηκε από την παντοδυναμία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, οι Διαμαρτυρόμενοι Μεταρρυθμιστές τον περιέγραψαν με τα μελανότερα δυνατά χρώματα.  Ύστερα οι Διαφωτιστές εξαπέλυσαν φιλιππικούς κατά της πίστης, της θρησκείας και της μοναρχίας, οδηγώντας σε νέα απαξίωση της μεσαιωνικής ιστορίας.  Η ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα εξιδανικεύθηκε και ο Μεσαίωνας συγκρινόταν διαρκώς με αυτήν ώστε να μειωθεί.  Συν τω χρόνω, στο χορό μπήκαν μαρξιστές, φιλελεύθεροι, φεμινίστριες, άθεοι, νεοπαγανιστές… και πολλοί άλλοι.  Οι άνθρωποι αυτοί συνήθως επικαλούντο υπαρκτά δυσάρεστα φαινόμενα της μεσαιωνικής εποχής, φρόντιζαν όμως να τα μεγαλοποιούν και να τα διαστρέφουν, αποσιωπώντας δε ταυτόχρονα τις θετικές πλευρές και τις ιστορικές αναγκαιότητες. 

Καθώς η πολεμική κατά του Μεσαίωνα είναι ευρεία, θα γίνει προσπάθεια ανασκευής βήμα προς βήμα, με προσοχή να αποφευχθούν εξάρσεις αγιοποίησης ή δαιμονοποίησης.  Η ιστορική μελέτη οφείλει να είναι αμερόληπτη, ψύχραιμη και αντικειμενική.

Πρώτα από όλα, τα περί σκοτεινού Μεσαίωνα οπισθοδρόμησης και παρακμής υποδηλώνουν μία ευρωκεντρική, ή καλύτερα δυτικοευρωκεντρική αντίληψη.  Προφανώς όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, η επόμενη μέρα μετά τον κατακερματισμό της δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τα γερμανικά φύλα ήταν ζοφερή και χαώδης.  Όμως για πολλούς λαούς ο Μεσαίωνας υπήρξε εποχή άνθησης και εξέλιξης.  Σε σχέση με την αρχαιότητα π.χ., η Γερμανία, η Ρωσία και η βόρεια Ευρώπη γνώρισαν πολύ υψηλότερη πολιτική ανάπτυξη, πολιτιστική δημιουργία και κοινωνική οργάνωση κατά το Μεσαίωνα.  Υπάρχει φυσικά και η ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, το Βυζάντιο, που ως το 1453 υπήρξε η κιβωτός της ελληνροωμαϊκότητας, με εξαιρετικά ανεπτυγμένο πολιτισμό και οργάνωση.

Ακόμη, οι συγκρίσεις του Μεσαίωνα με την κλασσική αρχαιότητα είναι προβληματικές.  Παραμερίζονται οι ιστορικές συνθήκες που ανάγκασαν σε διαφορετική εξέλιξη και δράση τους μεσαιωνικούς ανθρώπους, ενώ όταν οι πρακτικές των δύο εποχών ταυτίζονται, η κρίση βγαίνει διαστρεβλωμένη.  Όταν ο Όμηρος, ο Ησίοδος και ο Πίνδαρος έγραφαν ύμνους και ιστορίες για τους θεούς ομιλούμε με θαυμασμό για αυτούς, ενώ όταν οι Βυζαντινοί και οι Φράγκοι γράφουν συναξάρια αγίων και τροπάρια είναι κατάντια και ένδειξη θρησκοληψίας.  Όταν οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι σκέπτονταν και συνέγραφαν για το είναι και το έχειν, το αγαθό και την ηθική, την ουσία και την ενέργεια, το χρόνο και τον αιώνα, τη διακυβέρνηση, την ψυχή και τη δημιουργία, γίνεται λόγος για μνημεία απαράμιλλης διανόησης.  Όταν φιλοσοφούν για τα ίδια θέματα και με τις ίδιες βάσεις ο Μάξιμος ο Ομολογητής, ο Ακινάτης και ο Αυγουστίνος, η υπόθεση αποσιωπάται.  Άλλωστε, η αρχαιότητα μήπως δε μοιραζόταν πολλές από τις αρνητικές πτυχές του Μεσαίωνα;  Μόνο ο Μεσαίωνας είχε απάνθρωπα ποινικά συστήματα;  Μόνο στο Μεσαίωνα κυνηγούσαν μάγισσες και θανάτωναν θρησκευτικούς αντιφρονούντες;  Ή μήπως η αρχαιότητα δε γνώρισε περιόδους χάους, αταξίας και αποκτήνωσης;  Και εάν οι μεσαιωνικοί άνθρωποι λοιδορούνται ως αφελείς και δεισιδαίμονες, οι Έλληνες που χάραζαν την εξωτερική πολιτική και την άμυνα τους στις ρήσεις του δελφικού μαντείου, τι ήταν;
(συνεχίζεται)

Για τη θέση της Ορθοδοξίας στον κοινωνικό και πολιτικό χώρο

FullSizeRender
Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος*
 

Η θρησκεία δεν είναι απλά μία πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης, σκέψης και πολιτισμού.  Είναι ένα ευρύ πεδίο, ένας μακρόκοσμος που περιλαμβάνει κάθε έκφανση της ζωής,  Ακόμη και όταν δεν είναι εμφανής η θρησκευτική επιρροή επί ενός θέματος ή μίας ιδεολογίας, σχεδόν πάντοτε η φύση τους μπορεί να αναχθεί σε θρησκευτικές αντιλήψεις ή σε συνθήκες που συνδυαμόρφωσε κάποια πίστη. 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Πόσο ελληνική ήταν η βυζαντινή Μικρά Ασία; Εθνογραφική ανάλυση

Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος* Η Μικρά Ασία είναι χώρος με κολοσσιαίο βάρος για τον ιστορικό Ελληνισμό και κυριαρχεί στο φαντασια...