ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 3-3-2016
Κάθε χώρα έχει τα σύνορα της. Σύνορα που καθορίστηκαν από πολέμους, ανταλλαγές εδαφών, αγοραπωλησίες, εξεγέρσεις και διπλωματικές συμφωνίες. Τα σύνορα αυτά πλειστάκις δεν ακολουθούν τα όρια των εθνικών κοινοτήτων, κάτι το οποίο δημιουργεί προβλήματα (μεγάλες μειονότητες, “αλύτρωτους” πληθυσμούς κτλ). Το πρόβλημα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο όταν η χάραξη των συνόρων δε γίνεται από τις ενδιαφερόμενες χώρες, αλλά από ξένη παρέμβαση.
Τα σύνορα της Μέσης Ανατολής, όπως και της Αφρικής νωρίτερα, χαράχθηκαν από τους νικητές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου πάνω στο νεκρό σώμα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Κρίνοντας ποιες περιοχές συνέφερε να κρατήσουν και που βρίσκονταν οι πολυπόθητοι πόροι ή σημεία γεωστρατηγικής σημασίας, Βρεταννοί και Γάλλοι τράβηξαν ευθείες γραμμές πάνω στην έρημο και έδωσαν ζωή σε αποικιακά μορφώματα, συχνά χωρίς κανένα προηγούμενο στην ιστορία. Φυσικά αδιαφόρησαν πλήρως για την εθνοτική, φυλετική και θρησκευτική πραγματικότητα όταν σχημάτιζαν την Συρία, το Ιράκ, το Λίβανο και τα άλλα κρατίδια.
Είναι προφανές ότι τόσο ετερόκλητοι λαοί και ομάδες-η Μέση Ανατολή έχει την ατυχία να είναι εκ των πλέον πολυπολιτισμικών παγκοσμίως, με τεράστιο ιστορικό συγκρούσεων- δύσκολα θα αποκτήσουν δεσμούς ενότητας μόνο και μόνο επειδή μερικοί ξένοι αποικιοκράτες αποφάσισαν να τους θέσουν στα ίδια πολιτικά όρια. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα όταν μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι χώρες αυτές ανεξαρτητοποιήθηκαν. Ήταν εξαιρετικά δύσκολο πληθυσμοί που επί αιώνες ταυτίζονταν πρωτίστως με τη θρησκευτική τους ομάδα και την τοπική τους φυλή-φατρία να αναπτύξουν εθνικισμό δυτικού τύπου. Ο Αραβικός εθνικισμός αποπειράθηκε να υπερβεί αυτές τις διαφορές και να φτιάξει μία ευρεία παναραβική ταυτότητα κοσμικού χαρακτήρα. Αντίστοιχα κάθε χώρα προσπάθησε να εμφυσήσει έναν πατριωτισμό, συνδυάζοντας κλασσικά εθνικιστικά στοιχεία με πίστη στο κράτος. Το πρόβλημα είναι πως οι προσπάθειες αυτές γίνονταν αφ’ ενός από πάνω προς τα κάτω, δηλαδή επιβάλλονταν από μία ελίτ στις μάζες, αφ’ ετέρου τα αραβικά καθεστώτα διακρίνονταν (και διακρίνονται ακόμη) για την ανικανότητα, τη διαφθορά και την αυταρχικότητα τους. Η πολιτική ανωριμότητα ακύρωσε κάθε ελπίδα ανάπτυξης “συνταγματικού εθνικισμού” (civic nationalism), η δε επιβεβλημένη εκκοσμίκευση συνάντησε σφοδρή αντίσταση και περιχαράκωσε τους ανθρώπους στις κοινότητες πίστεως τους.
Με την “Αραβική Άνοιξη” φάνηκε πόσο εύθραυστες ήταν οι κοινωνίες της Μέσης Ανατολής. Οι διαδηλώσεις και οι λαϊκές διαμαρτυρίες εξετράπησαν σε αγρίους εμφυλίους πολέμους, όπου οι παρατάξεις σε μεγάλο βαθμό ορίζονταν από την εθνοθρησκευτική ταυτότητα. Το Ισλαμικό Κράτος άντλησε υποστήριξη από τους σουνίτες Άραβες στη Συρία (που επί δεκαετίες ήταν η καταπιεσμένη πλειονότητα της χώρας) και το Ιράκ (μειονότητα που επί Σαντάμ ήταν οι καταπιεστές και μετά αυτού οι περιθωριοποιημένοι). Από την άλλη, οι διάφορες μειονότητες της Συρίας (χριστιανοί κτλ) συσπειρώθηκαν γύρω από τον Αλαουίτη Άσσαντ, ενώ την υπεράσπιση του Ιράκ από την τζιχαντιστική λαίλαπα ανέλαβαν σχεδόν εξ’ ολοκλήρου οι Σιίτες. Οι Κούρδοι από την άλλη με διαρκή αγώνα κατέστησαν de facto ανεξάρτητοι, συστήνοντας κρατικού τύπου δομές από τα ιρανικά σύνορα μέχρι σχεδόν τη Μεσόγειο θάλασσα.
Ο πόλεμος συνεχίζεται και θα συνεχιστεί μάλλον επί μακρόν. Το θέμα είναι όμως πως δεν είναι δυνατόν να ανασυσταθούν τα παλαιά κράτη όπως ήταν. Είναι απίθανο να δούμε να αποκαθίσταται ενιαίο Ιράκ ή ενιαία Συρία. Όχι μόνο είναι στρατιωτικώς πολύ δύσκολο να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, είναι και πολιτικώς αδύνατον. Οι Κούρδοι έχουν επιτύχει πρωτοφανή για την ιστορία τους αυτοδιάθεση και σε καμιά περίπτωση δεν θα απεμπολήσουν τα ακριβά δικαιώματα τους στο έλεος της Βαγδάτης και της Δαμασκού. Με τόσο αίμα που έχει χυθεί, τόσους ξεριζωμένους και τέτοια μίση, πως μπορεί να ξανακυβερνηθεί ομαλά ολόκληρη η Συρία; Οι σκέψεις για το μέλλον της Συρίας και του Ιράκ πρέπει να προσανατολισθούν στο σχηματισμό μικρότερων αλλά πιο ομοιογενών και βιώσιμων κρατών.
Βέβαια μόλις κανείς δει έναν εθνοθρησκευτικό χάρτη των χωρών αυτών θα τον πιάσει ίλιγγος. Δεν υπάρχουν σαφή όρια του που κατοικεί η κάθε κοινότητα, ορισμένες δε είναι τόσο μικρές ή διεσπαρμένες που δεν έχουν βασικό πυρήνα. Δεν είναι δυνατόν να αποτελέσει πχ η νότια Συρία κράτος Δρούζων και η “Κοιλάδα των Χριστιανών” κράτος Ελληνορθοδόξων, πολύ απλά διότι τέτοια κρατίδια δε θα μπορούσαν να αυτοσυντηρηθούν-θα γίνονταν απλά πιόνια στα χέρια μεγαλυτέρων χωρών όπως το Ισραήλ ή η Τουρκία.
Σκέψεις για επαναχάραξη συνόρων στην περιοχή είχαν διατυπωθεί και παλαιότερα, πριν καν από την Αραβική “Άνοιξη”. Έχουν διατυπωθεί πολλές προτάσεις, αλλά οι βασικές είναι:
α) Στη Δυτική Συρία ένα κράτος των μειονοτήτων-Αλαουίτες, Χριστιανοί και Δρούζοι. Οι περιοχές αυτές ελέγχονται από το καθεστώς Άσσαντ και γενικά το υποστηρίζουν λόγω της ανεκτικότητας του.
β) Στην Ανατολική Συρία και το Δυτικό Ιράκ το “Σουνιστάν”-μία ένωση των περιοχών των Σουνιτών Αράβων. Εκεί κυριαρχεί το Ισλαμικό Κράτος και άλλες ισλαμιστικές ομάδες.
γ) Ένα ελεύθερο Κουρδιστάν.
δ) Το Σιιτικό Νότιο Ιράκ.
Βέβαια αυτά είναι σχέδια επί χάρτου. Ακόμη και αν δεν υπήρχε το χάος του πολέμου, θα χρειάζονταν μακροχρόνιες διεργασίες (ποιος θα πάρει τις περιοχές με πόρους κτλ) και ανταλλαγές πληθυσμών. Ακόμη, τέτοιες ρυθμίσεις δύσκολα θα γίνουν αποδεκτές. Ούτε η Βαγδάτη ούτε η Δαμασκός θέλουν να διανοούνται τέτοιο ενδεχόμενο. Και φυσικά θα επέμβουν και ξένες δυνάμεις, όπως η Τουρκία που θα κινήσει Γη και ουρανό για να μη συσταθεί ανεξάρτητο Κουρδιστάν.
Για την ώρα οι δύο χώρες βρίσκονται σε πόλεμο και μέρα τη μέρα καταστρέφονται, αφήνοντας όλο και λιγότερες ελπίδες για αποκλιμάκωση, ομαλοποίηση και ανάκαμψη τους. Για να σταματήσει η σφαγή χρειάζεται ρεαλιστική πολιτική προσέγγιση, και μετά θα έχουμε την πολυτέλεια να μιλάμε για συνοριακές ανακατατάξεις. Όταν όμως έρθει εκείνη η πολυπόθητη στιγμή, τότε η διεθνής κοινότητα πρέπει να έχει ήδη σχέδιο.